Ο απατεώνας που πούλησε τον Πύργο του Άιφελ, ξεγέλασε τον Αλ Καπόνε και έγραψε τις «10 εντολές» του απατεώνα

O Victor Lustig (4.1.1890 – 11.3.1947), ήταν ένας διαβόητος μεγαλοαπατεώνας, που έδρασε στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.

Τα παιδικά χρόνια του Victor Lustig

Γεννήθηκε στο Hostinné της Βοημίας, στην Τσεχία (τότε αποτελούσε μέρος της Αυστροουγγαρίας). Αν και ο ίδιος υποστήριζε ότι ο πατέρας του, Ludwig Lustig, ήταν ο Δήμαρχος της πόλης, ιστορικά αρχεία της περιοχής δείχνουν ότι μάλλον προέρχονταν από μια φτωχική οικογένεια αγροτών.

Προικισμένος μαθητής, από νωρίς ξεχώρισε για την εξυπνάδα του και την ευκολία που αφομοίωνε το κάθε μάθημα και ιδιαίτερα τις ξένες γλώσσες. Χαρακτηριστικό, που θα φροντίσει να αξιοποιήσει σε όλη την μετέπειτα σταδιοδρομία του.

Τα νεανικά του χρόνια

Κατά τα χρόνια της εφηβείας του, εκτός από καλός μαθητής, θα αποδειχθεί και καλός «πορτοφολάς», όπως επίσης και πολύ καλός στα τρυκ με τις τράπουλες.

Στα 19 του χρόνια, ο Victor Lustig αποφασίζει να εγκαταλείψει τις σπουδές του στο Παρίσι και να ασχοληθεί με τον τζόγο.

Ατίθασος νεαρός, θα «κερδίσει» μια ουλή στο αριστερό του μάγουλο, αποτέλεσμα μαχαιριάς από έναν ζηλιάρη σύζυγο που έμαθε για τη σχέση της γυναίκας του με τον νεαρό Lustig. Τότε είναι που θα αποφασίσει να ξεκινήσει τα υπερατλαντικά ταξίδια, αναζητώντας υποψήφια θύματα για τις απάτες του.

Οι πρώτες του απάτες στα υπερατλαντικά ταξίδια

Εκείνη την εποχή, τα μεγάλα υπερωκεάνια που ταξίδευαν μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, ήταν γεμάτα πλούσιους επιβάτες που αναζητούσαν διάφορες προσοδοφόρες επενδύσεις.

Ο Victor Lustig, παριστάνοντας κάθε φορά έναν διαφορετικό άνθρωπο, γνωριζόταν με αυτούς τους ταξιδιώτες και τους αποσπούσε μεγάλα χρηματικά ποσά, προσφέροντάς τους την «ιδανική» για τον καθένα επένδυση.

Σε μία από αυτές τις φορές που έγινε αργότερα γνωστή, ο Victor Lustig παρουσιάστηκε ως μουσικός παραγωγός και βρήκε χρηματοδότη για μια παράσταση στο Broadway.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος θα σταματήσει αυτά τα ταξίδια κι έτσι ο Lustig έπρεπε να αναζητήσει νέο «στέκι» για τις απάτες του.

Victor-Lustig-υπερωκεάνιο

Οι απάτες συνεχίζονται στη Νέα Υόρκη

Για ένα μικρό διάστημα, ο Victor Lustig, θα μείνει στη Νέα Υόρκη, όπου θα ξεκινήσει απάτες με ομόλογα. Το 1925, αφού κατόρθωσε να πάρει ένα μεγάλο δάνειο από Αμερικάνικη τράπεζα, με εγγύηση κάποια πλαστά ομόλογα του, αποφάσισε να επιστρέψει στο Παρίσι.

Η πώληση του Πύργου του Άιφελ

Κατά την παραμονή του στο Παρίσι, διάβασε σε μια εφημερίδα ένα άρθρο που περιέγραφε μεγάλα προβλήματα που αντιμετώπιζε η πόλη του Παρισιού, για να συντηρηθεί ο Πύργος του Άιφελ. Στο ίδιο άρθρο έγραφε ότι, αν η πόλη δεν κατορθώσει να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα χρήματα, μπορεί να φτάσει μέχρι και στην απομάκρυνση του διάσημου μνημείου.

Το γεγονός ενέπνευσε τον Victor Lustig ο οποίος, αφού έμαθε τις απαραίτητες λεπτομέρειες και πλαστογράφησε ψεύτικα κρατικά χαρτιά, αποφάσισε να βγάλει τον Πύργο «στο σφυρί».

Παρουσιάστηκε ως ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων και προσκάλεσε σε μία συνάντηση στο πολυτελέστατο ξενοδοχείο Hôtel de Crillon, τους έμπορους σιδήρου της περιοχής. Στη συνάντηση τους ενημέρωσε για το ενδεχόμενο το κράτος να πουλήσει τον Πύργο του Άιφελ για παλιοσίδερα (!) εκτός εάν βρισκόταν κάποιος ιδιώτης επιχειρηματίας να τον αγοράσει.

«Λόγω μηχανικών βλαβών, δαπανηρών επισκευών και πολιτικών προβλημάτων που δεν μπορώ να συζητήσω, η κατεδάφιση του Πύργου του Άιφελ φαίνεται η μόνη λύση», δήλωσε με το απαραίτητο κύρος του Διευθυντή του Υπουργείου.

Από τους καλεσμένους, ο Lustig ζήτησε απόλυτη εχεμύθεια, γνωρίζοντας φυσικά ότι σύντομα θα τον επισκέπτονταν διάφοροι επιχειρηματίες, υποψήφιοι αγοραστές του μνημείου.
Και δεν είχε άδικο. Από όσους τον πλησίασαν, επέλεξε τον André Poisson. Ο Poisson ήταν ένας νέος ανερχόμενος επιχειρηματίας με μεγάλη φιλοδοξία να ξεχωρίσει ανάμεσα στον κύκλο των παριζιάνων επιχειρηματιών, στοιχείο που τον έβαλε στην πρώτη θέση του «ιδανικού θύματος» για τον Victor Lustig.

«Όταν κάποιος με πείρα συναντά κάποιον με λεφτά, σύντομα αυτός με την πείρα θα έχει τα λεφτά και αυτός με τα λεφτά θα έχει την πείρα», είπε κάποτε η Αμερικανίδα επιχειρηματίας Estee Lauder.

Έτσι κι έγινε. Ο Lustig δήλωσε στον Poisson ότι ο ίδιος, ως δημόσιος υπάλληλος, δεν αμειβόταν ικανοποιητικά, αφήνοντας τον Poisson να υποθέσει ότι μπροστά του είχε να κάνει με έναν διεφθαρμένο αξιωματούχο. Έτσι δεν δυσκολεύτηκε να τον δωροδοκήσει ώστε να επιλέξει τον ίδιο ανάμεσα σε όλους τους υποψηφίους για την αγορά του Πύργου του Άιφελ.

Με το αστρονομικό ποσό για την εποχή, των 70.000 γαλλικών φράγκων, ο Victor Lustig δέχτηκε να πουλήσει τον Πύργο του Άιφελ στον André Poisson. Με αυτό το ποσό στη συνέχεια κατέφυγε στην Αυστρία.

Οι μέρες στην Αυστρία και η επιστροφή στο Παρίσι

Το διάστημα που ο Victor Lustig βρισκόταν στην Αυστρία, παρακολουθούσε τον καθημερινό Γαλλικό Τύπο, περιμένοντας να δει εάν θα γραφόταν κάτι για την απάτη του. Ήταν σχεδόν βέβαιος ότι το θύμα του, θα ντρεπόταν να δημοσιοποιήσει το πόσο εύκολα ξεγελάστηκε, οπότε και δεν θα ενημέρωνε την αστυνομία.  

Και πράγματι, όταν μετά από καιρό οι υποψίες του Lustig επιβεβαιώθηκαν, αποφάσισε να επιστρέψει στη Γαλλία και να επαναλάβει την ίδια απάτη.

Η επανάληψη της απάτης

Είχε ήδη βρει το δεύτερο θύμα του που ήταν έτοιμο να αγοράσει τον Πύργο του Άιφελ, όταν ο Victor Lustig συνειδητοποίησε ότι, αυτή τη φορά, η γαλλική αστυνομία είχε ενημερωθεί.

Έτσι, για να αποφύγει τη σύλληψη, διέφυγε στη Νέα Υόρκη.

Victor-Lustig-εφημερίδα

Η απάτη με το «Ρουμάνικο κουτί»

Στην Αμερική ο Victor Lustig, ασχολήθηκε με διάφορες απάτες. Μία όμως από αυτές είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία και του πρόσφερε πολλά χρήματα.

Κατασκεύασε μία πατέντα: Ήταν ένα μεγάλο ξύλινο κουτί από μαόνι που είχε δύο εσοχές. Στην πρώτη έμπαινε ένα χαρτονόμισμα και στη δεύτερη το λευκό χαρτί πάνω στο οποίο θα αποτυπωνόταν το αντίγραφο από το παραπάνω χαρτονόμισμα. Το κουτί ήταν εφοδιασμένο με διάφορους μοχλούς, τροχαλίες, κυλίνδρους, ορειχάλκινα καντράν και άλλους μηχανισμούς που λειτουργούσαν ώστε να βγαίνει το αντίγραφο. Η όλη διαδικασία διαρκούσε περίπου 6 ώρες.

Για να αποδείξει την γνησιότητα του αντίγραφου, ο Lustig είχε οργανώσει ένα ταχυδακτυλουργικό σόου. Αρχικά, έβαζε στη θέση του πρωτότυπου ένα 100δόλαρο και στη συνέχεια έδειχνε την όλη διαδικασία της παραγωγής στον υποψήφιο πελάτη του. Μόλις έβγαινε το αντίγραφο, πήγαινε στην τράπεζα μαζί με το θύμα του και εξαργύρωναν το χαρτονόμισμα, ώστε να βεβαιωθεί ο πελάτης του για τη γνησιότητα του.

Και πράγματι, το χαρτονόμισμα ήταν γνήσιο, μιας και ο Victor Lustig είχε κρυμμένο ένα ακόμη γνήσιο 100δόλαρο μέσα στον μηχανισμό του κουτιού. Αυτό ήταν και το χαρτονόμισμα που έφτανε τελικά στην τράπεζα!  

Ο σερίφης του Texas πελάτης του Victor Lustig

Ο Victor Lustig κατόρθωσε να πουλήσει δεκάδες από αυτά τα κουτιά, βγάζοντας πολλές χιλιάδες δολάρια. Ένας μάλιστα από τους πελάτες του ήταν κι ένας σερίφης του Texas.
Μόλις ο σερίφης συνειδητοποίησε την απάτη, κυνήγησε τον Lustig και τελικά τον συνέλαβε στο Chicago.

O Lustig, χωρίς να χάσει το ηθικό του, εξήγησε στο σερίφη ότι μάλλον επρόκειτο για ελαττωματική συσκευή και του επέστρεψε χωρίς δεύτερη σκέψη τα χρήματα που του είχε πάρει, προσθέτοντας κι ένα ακόμη μεγάλο ποσό ως «ηθική αποζημίωση». Έτσι ο σερίφης τον άφησε και πάλι ελεύθερο, πριν προλάβει να διαπιστώσει ότι τα χρήματα που πήρε από τον Lustig ήταν πλαστά!

Επόμενο θύμα: ο Al Capone

Κατά την εποχή της «Μεγάλης Ύφεσης» («The Great Depression», 1929-1930) ο Victor Lustig επινόησε μια ακόμη απάτη και δεν δίστασε να ζητήσει από τον ίδιο τον Al Capone να επενδύσει σε αυτήν 50.000 δολάρια. ΄

Ήξερε φυσικά ότι δεν θα μπορούσε να αποσπάσει από τον διάσημο γκάνγκστερ ένα τόσο μεγάλο ποσό και να συνεχίσει να ζει. Γι’ αυτό το λόγο, 2 μήνες αργότερα, επέστρεψε ακέραιο το ποσό στον Al Capone, εξηγώντας του ότι το σχέδιο ναυάγησε. Του είπε μάλιστα ότι ο ίδιος είχε χάσει πολύ περισσότερα χρήματα και πλέον είχε μείνει άφραγκος.

Έτσι, ο Al Capone  που διέκρινε την τιμιότητα (!) του Lustig, πείστηκε με ευκολία να του δώσει ως «δανεικά» τα 5.000 δολάρια που του ζήτησε ο Lustig, μέχρι να ορθοποδήσει και πάλι.  

Victor-Lustig-Al-Capone-Πύργος-του-Άιφελ

Η τελευταία μεγάλη απάτη

Το 1930, ο Victor Lustig, συνεργάστηκε με τον φαρμακοποιό William Watts και τον χημικό Tom Shaw. Οι δύο συνεργάτες του έφτειαχναν πλαστά χαρτονομίσματα και ο Lustig φρόντιζε την προώθησή τους.

Μέσα στα επόμενα 5 χρόνια, όλες οι Πολιτείες των ΗΠΑ ήταν γεμάτες με αυτά τα πλαστά χαρτονομίσματα, σε τέτοιο βαθμό που κινδύνευε να κλονιστεί η εμπιστοσύνη στην αμερικανική οικονομία. Ο  Victor Lustig, θεωρούνταν ο πιο επικίνδυνος απατεώνας της Αμερικής και οι Ομοσπονδιακοί πράκτορες τον αναζητούσαν παντού.

Η σύλληψη του Victor Lustig

Στις 10 Μαΐου του 1935, η ερωμένη του Victor Lustig, Billy May, ύστερα από έναν καυγά ζηλοτυπίας αφού έμαθε ότι ο Lustig την απατούσε, τηλεφώνησε στις Ομοσπονδιακές αρχές, αποκαλύπτοντας το μέρος που βρισκόταν ο Lustig, στη Νέα Υόρκη. Λίγη ώρα αργότερα έγινε η σύλληψη του Victor Lustig, με την κατηγορία της πλαστογραφίας.

Οι μέρες της φυλακής και ο θάνατος

Ο Victor Lustig απόδρασε μία ημέρα πριν από τη δίκη του, αλλά συνελήφθη και πάλι 27 ημέρες αργότερα. Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξη, για την πλαστογραφία και 5 χρόνια κάθειρξη για την απόδρασή του.

Στις 27 Απριλίου 1936, οδηγήθηκε στις φυλακές του Alcatrazˑ «οι φυλακές όπου η απόδραση είναι αδύνατη», όπως λεγόταν τότε.
«Δεν έμοιαζε με κανέναν άλλο κρατούμενο», δήλωσε αργότερα ο διευθυντής των φυλακών. «Αξιοπρεπής, ευγενής, ακόμα και η φόρμα που φορούσε έδειχνε πάντα καθαρή και φρεσκο-σιδερωμένη».

Στις 9 Μαρτίου του 1947, ο Victor Lustig προσβλήθηκε από βαριά πνευμονία και ξεψύχησε δύο ημέρες αργότερα, στις 11 Μαρτίου του 1947. Στο πιστοποιητικό θανάτου του που εξέδωσαν οι φυλακές, ως επάγγελμα καταγραφόταν «μαθητευόμενος πωλητής».

Victor-Lustig-φυλακές-Αλκατράζ

Η κρυφή οικογένεια του Victor Lustig

Ο άνθρωπος που επίσημα αναγνωρίστηκε να έχει χρησιμοποιήσει 47 ψεύτικα ονόματα με αντίστοιχα πλαστά διαβατήρια, αποδείχθηκε χρόνια αργότερα, ότι είχε δημιουργήσει και μια κρυφή οικογένεια.

Παρόλες τις δεκάδες ερωμένες του, στις 2 Νοεμβρίου του 1919, ο Victor Lustig παντρεύτηκε την Αμερικανίδα Roberta Noret. Μαζί έκαναν μία κόρη.

Αν και πολλά από τα παράνομα κέρδη του τα ξόδευε σε πολυτέλειες και τζόγο, μεγάλο μέρος της περιουσίας του πήγαινε και στην οικογένεια του.

Οι «Δέκα Εντολές του Απατεώνα»

Ο Victor Lustig, ως επαγγελματίας απατεώνας, είχε γράψει τις «Δέκα Εντολές», μια λίστα κανόνων για επίδοξους απατεώνες.

Ο Δεκάλογος είχε ως εξής:

#1 Να είσαι υπομονετικός ακροατής. (Αυτό είναι που κάνει έναν απατεώνα να αυτοσχεδιάζει).      

#2 Ποτέ να μη δείχνεις ότι βαριέσαι.

#3 Περίμενε πρώτα από τον άλλον να αποκαλύψει τις πολιτικές του πεποιθήσεις κι ύστερα συμφώνησε μαζί του.

#4 Περίμενε πρώτα από τον άλλον να εκφράσει τις θρησκευτικές του αντιλήψεις και μετά έχε κι εσύ τις ίδιες.

5# Άφηνε υπονοούμενα για να ξεκινήσουν σεξουαλικές συζητήσεις, αλλά μην το παρακάνεις εκτός αν το άλλο άτομο δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

#6 Ποτέ μη συζητάς για αρρώστιες, εκτός κι αν αναφερθεί από τον άλλον κάποια συγκεκριμένη ανησυχία.

#7 Ποτέ μην εισχωρείς στα προσωπικά δεδομένα του άλλου. (Θα σου τα αποκαλύψει, αργά ή γρήγορα, ο ίδιος).

8# Ποτέ μην καυχιέσαι για τον εαυτό σου. Απλώς φρόντισε η αξία σου να γίνει φανερή σιωπηλά.

9# Ποτέ μην είσαι ατημέλητος.

10# Ποτέ μη μεθάς.

Σχόλιο

Κατά ειρωνικό τρόπο, «Lustig» στα Γερμανικά σημαίνει «αστείο, διασκεδαστικό». Επίθετο που σίγουρα ταιριάζει στην ιδιαίτερη προσωπικότητα του Victor Lustig.

Μιας και μιλάμε για «επαγγελματίες» απατεώνες, ως λάτρης του ελληνικού κινηματογράφου, δεν μπορώ να μην αναφέρω την cult ταινία «οι Αδίστακτοι» του Ντίνου Κατσουρίδη, του 1965. Στην ταινία, η σπείρα του Στάθη (Νίκος Κούρκουλος) στήνει διάφορες απάτες στον αφελή κόσμο και τους παίρνει τα χρήματα. Μέχρι που ο Στάθης πέφτει κι ο ίδιος θύμα μιας απάτης από τον Μιχάλη (Γιώργο Μούτσιο). Θρυλική η ατάκα του Κούρκουλου, λίγο πριν το «μαχαίρωμα» και το τέλος της ταινίας:

«Σε μένα πούλησες ψεύτικη μάνα, ρε;»..

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ

Διαβάστε επίσης:

Han Van Meegeren, Ο μεγαλύτερος πλαστογράφος στην ιστορία της ζωγραφικής

Mamoru Samuragochi και Milli Vanilli, Δύο από τις μεγαλύτερες απάτες στον χώρο της μουσικής

Στρατηγός Gregor MacGregor, Μία από τις μεγαλύτερες απάτες της ιστορίας