Δύο από τις μεγαλύτερες απάτες στον χώρο της μουσικής

«Η μουσική βιομηχανία είναι μια τάφρος χρημάτων, ένας μακρύς διάδρομος όπου διάφοροι απατεώνες τρέχουν ελεύθερα ενώ οι καλοί και τίμιοι άνθρωποι πεθαίνουν στην ψάθα». Hunter S. Thompson (18.07.1937 – 20.02.2005), Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας, ιδρυτής του κινήματος δημοσιογραφίας «gonzo».

Οι απάτες στη μουσική βιομηχανία είναι κάτι αρκετά συνηθισμένο, κυρίως στο κομμάτι που αφορά τα συμβόλαια των καλλιτεχνών με τους ατζέντηδες ή τις δισκογραφικές τους εταιρίες.

Εδώ όμως θα εξετάσουμε δύο μεγάλες απάτες που έγιναν εις βάρος του κοινού.

Mamoru Samuragochi: Ο Μπετόβεν της ψηφιακής εποχής

O Mamoru Samuragochi (1963-) είναι ένας Ιάπωνας μουσικοσυνθέτης και μουσικός παραγωγός.

Γεννήθηκε στη Χιροσίμα από γονείς hibakusha. (Ο όρος «hibakusha», δίνεται στα άτομα που είχαν εκτεθεί σε ακτινοβολία κατά τον βομβαρδισμό με την ατομική βόμβα, που έπεσε στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, το 1945).

Από 4 χρονών ξεκίνησε να παίζει πιάνο και όλοι προέβλεπαν ότι θα γινόταν σπουδαίος μουσικός. Κατά την ενηλικίωσή του πάθαινε συχνά ημικρανίες και παραπονιόταν ότι σταδιακά, έχανε την ακοή του, ώσπου, σε ηλικία 35 ετών, την έχασε οριστικά. Παρόλα αυτά, συνέχισε απτόητος να παίζει αλλά και να γράφει μουσική.

Η μεγάλη καριέρα του Samuragochi

O Mamoru Samuragochi, έγραψε πολλά μουσικά έργα, αλλά έγινε γνωστός παγκοσμίως για τα:

  • Συμφωνία Νο.1 «Χιροσίμα» (2003)
  • Σονάτα για βιολί.
  • Το soundtrack για την κινηματογραφική ταινία: «Remembering the Cosmos flower» (1997)
  • Το soundtrack για την κινηματογραφική ταινία: «Orpheus’ Lyre» (2013)
  • Το soundtrack για το video game: «Resident Evil: Director’s cut dual shock ver.» (1998)
  • Το soundtrack για το video game: «Ominusha: Warlords» (2001)

Ο Διεθνής Τύπος γρήγορα τον ονόμασε «Ο Μπετόβεν της ψηφιακής εποχής» (Digital Age Beethoven).

ο-γελωτοποιός-στη-Βενετία-Γιώργος-Λάμπρος

Η μεγάλη απάτη

Τον Ιούνιο του 2013, σε μία συνέντευξή του στο περιοδικό Aera, ο δημοσιογράφος που του έπαιρνε την συνέντευξη παρατήρησε ότι ο σύγχρονος Μπετόβεν απαντούσε στις ερωτήσεις του πριν ολοκληρώσει ο διερμηνέας της νοηματικής γλώσσας, την μετάφραση. Παράλληλα, ο Samuragochi έδειξε να ενοχλείται από το ήχο που ακούστηκε όταν κάποιος χτύπησε το κουδούνι της εξώπορτάς του.

Η αποκάλυψη όμως θα γίνει λίγους μήνες αργότερα.
Τον Φεβρουάριο του 2014, σε μια δημόσια συνέντευξη, ο καθηγητής μουσικής Takashi Nigaki, θα αποκαλύψει ότι ο ίδιος είναι ο συνθέτης όλων των επιτυχιών του Mamoru Samuragochi, καθώς και το ότι ο Mamoru Samuragochi ακούει κανονικά!
Συνεχίζοντας τις αποκαλύψεις εξήγησε ότι, όλα αυτά τα χρόνια δεν το δημοσιοποιούσε γιατί πληρωνόταν αδρά από τον «Μπετόβεν». Όμως, επειδή «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα όμως ουδείς», ο Nigaki αποφάσισε να μιλήσει όταν μία από τις συνθέσεις του που είχε την υπογραφή του Samuragochi, θα ακούγονταν στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2014 στο Sochi.

Μετά την αποκάλυψη

Μετά την κατακραυγή της κοινής γνώμης, ο Mamoru Samuragochi, έδωσε μία συνέντευξη όπου ζητούσε δημοσίως συγνώμη. Όσον αφορά την ακοή του, όπως είπε, ήταν κάπως μειωμένη αλλά δεν είχε κάποια σοβαρού βαθμού αναπηρία.  

Αν και ο Mamoru Samuragochi τελικά συνελήφθη για την απάτη του, παραμένει ένας από τους πιο ευφυείς εγκληματίες, μιας και κατάφερε να επιβιώσει η απάτη του για 18 ολόκληρα χρόνια. 

Άλλωστε, όλοι οι εγκληματολόγοι θα συμφωνήσουν ότι «οι πιο έξυπνοι εγκληματίες είναι αυτοί που βάζουν κάποιον άλλον να κάνει τη δουλειά».

Samuragochi-και-Milli-Vanilli

Οι Milli Vanilli και η μεγαλύτερη απάτη της pop μουσικής

Όσοι αγαπάτε την μουσική των 80’s, όπως κι εγώ, σίγουρα θα θυμάστε το pop και R&B συγκρότημα των Milli Vanilli. Το συγκρότημα πρωτοεμφανίστηκε στη μουσική σκηνή το 1988 και αποτελούνταν από τον Γάλλο Fab Morvan (14.05.1966-) και τον Γερμανό Rob Pilatus (08.06.1965 – 03.04.1998).   

Παραγωγός και μάνατζερ τους ήταν ο Frank Farian (παραγωγός των BoneyM). Ο Farian από την αρχή διέκρινε ότι το συγκεκριμένο δίδυμο, είχε όλα όσα χρειάζονταν για να κάνουν καριέρα στη μουσική βιομηχανία: Ομορφιά (προέρχονταν και οι δύο από τον χώρο του modeling), γυμνασμένα κορμιά, καλοί χορευτές, σκηνική παρουσία. Μόνο σε ένα πράγμα υστερούσαν: Δεν είχαν καλή φωνή. Αν και σήμερα κάτι τέτοιο δεν θα αποτελούσε ιδιαίτερο πρόβλημα (οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές κάνουν θαύματα και πλέον κανένας τραγουδιστής δεν τραγουδάει live – άλλωστε, θα μπορούσα να σας απαριθμήσω δεκάδες ατάλαντους καλλιτέχνες), εκείνη την εποχή ήταν διαφορετικά.

Η απάτη των Milli Vanilli

Έτσι, ο Farian αποφάσισε να πληρώσει άλλους καλλιτέχνες να τραγουδήσουν στον δίσκο και να παρουσιάσει τους Milli Vanilli ως γνήσιους.

Ο δίσκος με τον τίτλο «All or nothing» στην Ευρώπη (στην Αμερική ο δίσκος είχε τον τίτλο «Girl you know it’s true») ήταν μια μεγάλη επιτυχία που τους προσέφερε:

  • 3 singles Νο.1 στο Billboard
  • 5 singles στο Billboard 100
  • Περίπου 10 εκατομμύρια πωλήσεις του δίσκου παγκοσμίως
  • Το βραβείο «Καλύτερου Νεοεμφανιζόμενου Καλλιτέχνη» στα 32α Grammy Awards
  • 3 βραβεία ΑΜΑ στα 17α American Music Awards
  • Εκατομμύρια δολάρια

Οι πρώτες αμφιβολίες για την πραγματική ταυτότητα των τραγουδιστών του δίσκου κυκλοφόρησαν μετά από μία συνέντευξη του ζευγαριού στο MTV. Ο δημοσιογράφος που πήρε τη συνέντευξη αναρωτήθηκε, πώς είναι δυνατόν, ένας Γάλλος κι ένας Γερμανός που μιλάνε σπαστά αγγλικά, όταν τραγουδούν να ακούγονται με καθαρή βρετανική προφορά.

Στις 21 Ιουλίου 1989, οι Milli Vanilli τραγουδούσαν «ζωντανά» στο Club MTV μπροστά σε 80.000 κοινό. Στο ρεφρέν του τραγουδιού «Girl you know it’s true» το play back κόλλησε κι άρχισε να επαναλαμβάνει τη φράση Girl you know it’s true, 50 φορές. Το ντουέτο πανικοβλήθηκε και εγκατέλειψε τη σκηνή.

Ο Charles Shaw, ήταν ένας από τους τρεις πραγματικούς τραγουδιστές του δίσκου. Παρότι το όνομα του αναγραφόταν στον δίσκο που κυκλοφόρησε στην Ευρώπη ως «φωνητικά» (back vocals), μόλις ο δίσκος κυκλοφόρησε στην Αμερική, το όνομα του έπαψε να αναγράφεται.
Αυτό εκνεύρισε τον Shaw με αποτέλεσμα, τον Δεκέμβριο του 1989, να κάνει δημόσιες δηλώσεις ότι ο ίδιος ήταν ένας από τους τρεις πραγματικούς τραγουδιστές του δίσκου.
Ο παραγωγός Frank Farian του «έκλεισε το στόμα» με 150.000$, υποχρεώνοντας τον να αναιρέσει τις δηλώσεις του.

Η ομολογία των Milli Vanilli

Σε συνδυασμό με τα συνεχώς αυξανόμενα ερωτήματα της κοινής γνώμης σχετικά με το ποιος πραγματικά τραγουδούσε στους Milli Vanilli, ο Pilatus έδωσε μια συνέντευξη στους Los Angeles Times, αποκαλύπτοντας την αλήθεια.
«Είναι αλήθεια. Οι Milli Vanilli δεν τραγουδούν στον δίσκο. (…) Είμαστε αληθινοί τραγουδιστές, αλλά ο παραγωγός μας δεν μας επέτρεψε ποτέ να εκφραστούμε. (…) Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής μας, παρ όλη την επιτυχία μας, ζούμε έναν εφιάλτη.»

Αμέσως μετά τη συνέντευξη, στις 12 Νοεμβρίου 1990, ο Frank Farian ομολόγησε δημοσίως την απάτη του.

Μια εβδομάδα αργότερα, στις 19 Νοεμβρίου 1990, για πρώτη φορά στον θεσμό των Grammy, αφαιρέθηκε βραβείο από καλλιτέχνη που του είχε προηγουμένως απονεμηθεί.

Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, κατατέθηκαν τουλάχιστον 30 μηνύσεις βάσει νομοθεσίας για την  προστασία του καταναλωτή. Αρκετά χρήματα επιστράφηκαν ενώ κάθε αγοραστής του δίσκου, του CD, ακόμη και όσοι είχαν πληρώσει εισιτήριο για να παρακολουθήσουν κάποια συναυλία των Milli Vanilli, είχαν δικαίωμα να διεκδικήσουν επιστροφή χρημάτων. 

H ζωή των πρωταγωνιστών, μετά…

Οι πραγματικοί τραγουδιστές πίσω από τους Milli Vanilli, Charles Shaw, Brad Howell και John Davis, κυκλοφόρησαν το 1991, έναν δίσκο με τίτλο «The moment of truth», ενώ έδωσαν στον εαυτό τους την επωνυμία «The real Milli Vanilli». Παραγωγός ήταν ο Frank Farian.
Ο δίσκος κυκλοφόρησε σε Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία,  Βραζιλία, Νέα Ζηλανδία, και Ασία. Για κάποιο μικρό διάστημα ήταν στο Top20 των Γερμανικών και των Αυστριακών charts. Το συγκρότημα, που πιθανόν περίμενε μεγαλύτερη επιτυχία, απογοητεύθηκε και διαλύθηκε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο John Davis πέθανε στη Νυρεμβέργη στις 24 Μαΐου 2021, σε ηλικία 66 ετών από Covid-19. 

Οι «μαϊμού» τραγουδιστές Fab Morvan και Rob Pilatus για λίγο καιρό προσπάθησαν να αποσυρθούν από τα φώτα της δημοσιότητας.
Το 1993, επιχείρησαν να χρηματοδοτήσουν μόνοι τους έναν δίσκο – με την πραγματική τους φωνή αυτή τη φορά – με τίτλο «Rob & Fab». Το άλμπουμ, αν και είχε καλές κριτικές, λόγο κακής προώθησης πούλησε μόνο 2.000 αντίτυπα.
Το 1997, ύστερα από πρόταση του Frank Farian, αποφάσισαν να συνεργαστούν και πάλι μαζί του.  Έτσι ξεκίνησαν για την μεγάλη επιστροφή, με στόχο να ηχογραφήσουν έναν ακόμη δίσκο, με τίτλο «Back and in Attack».

Στις 3 Απριλίου 1998, στη Φρανκφούρτη, κατά την διάρκεια της περιοδείας τους για την προώθηση του δίσκου, ο Rob Pilatus, βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Ο θάνατος προήλθε από υπερβολική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών σε συνδυασμό με χάπια και αλκοόλ. Άλλοι το θεώρησαν ατύχημα, ενώ κάποιοι άλλοι αυτοκτονία. (Είχε ήδη κάνει δύο απόπειρες αυτοκτονίας εξαιτίας την αρνητικής δημοσιότητας και πίεσης των ΜΜΕ, μετά από το σκάνδαλο).
Έτσι ο δίσκος δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

Ο Fab Morvan, εξακολουθεί να ασχολείται με τη μουσική, χωρίς όμως καμία ιδιαίτερη επιτυχία.

Σχόλιο του αρθρογράφου

Σε μια τόσο γρήγορα μεταβαλλόμενη βιομηχανία, όπως είναι η μουσική βιομηχανία, σε συνδυασμό με την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, ο καθένας μας μπορεί να αναρωτηθεί:
«Πόσοι άλλοι μουσικοί, μπορεί σήμερα να είναι ψεύτικοι και απλώς να μην τους έχουμε πάρει χαμπάρι;»
Αλλά και πόσοι από εμάς ενδιαφέρονται πραγματικά για την αποκάλυψη μιας απάτης, όταν το αποτέλεσμα της, ούτως ή άλλως, μας ικανοποιεί;

Ο Ρωμαίος συγγραφέας, Γαίος Πετρώνιος, είχε πει, τον 1ο μ.Χ. αιώνα:
«Mundus vult decipi, ergo decipiatur» («Ο κόσμος θέλει να εξαπατηθεί – άφησε τον λοιπόν να εξαπατηθεί»).

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ