για τους φίλους του αστυνομικού μυθιστορήματος

Τεστ DNA: ο εχθρός των συγγραφέων μυστηρίου

Είναι το τεστ DNA αξιόπιστο πειστήριο ενοχής;

Ονοματολογία

DNA profiling (προφίλ DNA) ή DNA fingerprinting (γενετικό αποτύπωμα) ή DNA testing (εξέταση DNA) ή DNA typing (εξακρίβωση DNA).

Ορισμός και ιστορία

Η ταυτοποίηση DNA έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια το «κλειδί» για τη διαλεύκανση πολλών εγκλημάτων. Πρόκειται για μια ιατροδικαστική τεχνική που χρησιμοποιείται από το 1985 για την αναγνώριση ενός ατόμου από τα χαρακτηριστικά του DNA του. Πρωτοπόρος της μεθόδου είναι ο Βρετανός γενετιστής Alec Jeffreys, ο οποίος τη χρησιμοποίησε το 1984 κατά τη διάρκεια της έρευνάς του σχετικά με τη γενετική αλληλουχία. Την επόμενη χρονιά, επανέλαβε την ίδια μέθοδο για να βοηθήσει την αστυνομία να συλλάβει έναν ύποπτο δολοφόνο στα Βρετανικά Μίντλαντς.

Μια νέα εποχή εισήχθη στην εγκληματολογία που μέχρι τότε βασιζόταν στην εμπειρία, στη διαίσθηση, σε υποκειμενικές τεχνικές ή στη καλύτερη περίπτωση, στη συλλογή δαχτυλικών αποτυπωμάτων.

«Ο Δρ Alec Jeffreys είχε κάνει κακό για τους συγγραφείς εγκλημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο, των οποίων οι ιστορίες συχνά επικεντρώνονται στην αμφίβολη ταυτότητα και την έλλειψη πειστηρίων στον τόπο του εγκλήματος», έγραψε ο πρώην ντετέκτιβ Τζόζεφ Γουάμπου στο βιβλίο του «Blooding».

Το DNA (γενετικό υλικό του ανθρώπινου κυττάρου), θεωρείται μοναδικό σε κάθε άτομο, όπως άλλωστε και το αποτύπωμά του.

Μοναδικό βέβαια είναι κατά το 99,99% των περιπτώσεων.

Πηγές απ’ όπου μπορεί κανείς να πάρει το γενετικό υλικό

Το βιολογικό υλικό που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό ενός προφίλ DNA περιλαμβάνει αίμα, σπέρμα, σάλιο, ούρα, περιττώματα, μαλλιά, δόντια, οστά, ιστούς και κύτταρα.

Η συλλογή του υλικού μπορεί να γίνει από μάσκες, καπέλα, γάντια, ρούχα, σεντόνια, ποτήρια, αποτσίγαρα, οδοντόβουρτσα, μαντήλι, βούρτσα μαλλιών, γυαλιά, σαλιωμένοι φάκελοι ή γραμματόσημα, νύχια, και φυσικά εργαλεία ή όπλα,

Οι τράπεζες DNA

Οι βάσεις δεδομένων DNA της κάθε χώρας αποτελούν σημαντικό πόρο διερεύνησης στα σύγχρονα συστήματα ποινικής δικαιοσύνης και εμπλουτίζονται διαρκώς με νέα δείγματα.

Μια εγκληματολογική βάση δεδομένων DNA μπορεί να βοηθήσει τους ανακριτές να δημιουργήσουν δεσμούς μεταξύ ενός ύποπτου για κάποιο συγκεκριμένο έγκλημα αλλά και άλλων άλυτων εγκλημάτων ή μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό πιθανών υπόπτων σε μία έρευνα (Cutter 2006, Kaye 2006).

Η μεγαλύτερη βάση δεδομένων DNA θεωρείται αυτή της Μ. Βρετανίας, με καταχωρήσεις που καλύπτουν το 8,8% του πληθυσμού.

Τα ποσοστά σε άλλες χώρες είναι:

Σκωτία 5,7%, Γαλλία 5%, Αυστρία 2,5%, Ουγγαρία 1,5%, Σουηδία 1,5%, Ολλανδία 1,4%, Δανία 1%, Γερμανία 1%. (Πηγή: ENFSI, 2016)

Εξαιρέσεις και λάθη του κανόνα

Βάση στατιστικών δεδομένων, πιθανή «ταυτοποίηση» μεταξύ δύο ατόμων έχουμε 1 μόνο στα 10.000.000 άτομα. Έτσι, στην Ελλάδα για παράδειγμα των δέκα εκατομμυρίων κατοίκων, θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει μία μόνο πιθανότητα να υπάρχουν δύο άτομα με το ίδιο DNA.

Μια άλλη εξαίρεση για άτομα με ίδιο DNA, αποτελούν τα μονοζυγωτικά δίδυμα αδέλφια. Τα μονοζυγωτικά δίδυμα αδέλφια αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο του συνόλου των διδύμων. Η πλειονότητα των διδύμων είναι διζυγωτικά, παράγονται δηλαδή όταν δύο ξεχωριστά ωάρια γονιμοποιούνται από δύο διαφορετικά σπερματοζωάρια και αναπτύσσονται δύο έμβρυα. Σε αυτήν την περίπτωση ισχύει ότι σε όλα τα αδέλφια, μοιράζονται περίπου το ήμισυ του DNA τους.

Ακόμα μία εξαίρεση: Εάν κάποιος έχει λευχαιμία, χρειάζεται μεταμόσχευση μυελού των οστών. Μια από τις παρενέργειες της μεταμόσχευσης μυελού είναι ότι το σώμα αρχίζει να κατασκευάζει κύτταρα που συγκλίνουν με το DNA του δότη. Και ο μυελός των οστών παρασκευάζει το αίμα. Έτσι, κάθε δέκτης μεταμόσχευσης φέρνει το DNA του δότη του που τρέχει στις φλέβες του, αλλά το DNA στο δέρμα, τα μαλλιά, το σάλιο, είναι το δικό του. Εάν δηλαδή για παράδειγμα, στον τόπο του εγκλήματος βρεθεί αίμα του δράστη και στη συνέχεια του κάνουν τεστ DNA μέσω σάλιου, που είναι η πιο συνηθισμένη μέθοδος, θα έχουμε 2 διαφορετικά αποτελέσματα.

Ακόμα και ο επινοητής της μεθόδου ανίχνευσης του DNA, ο νομπελίστας γενετιστής Κάρι Μάλις, αμφισβητεί απολύτως την ιατροδικαστική χρήση της ανάλυσης:

«Το γεγονός ότι στον τόπο του εγκλήματος βρέθηκε DNA, το οποίο μοιάζει με το DNA κάποιου υπόπτου, θα μπορούσε να σημαίνει διάφορα πράγματα. Αν βρεις τους δυο πρώτους αριθμούς μιας πιστωτικής κάρτας, μπορείς να αποδείξεις ότι δεν είναι η δική μου, εφόσον τα νούμερα δεν συμπίπτουν. Δεν μπορείς, όμως, να αποδείξεις ότι είναι δική μου στην περίπτωση που τα νούμερα συμπίπτουν. Απαιτείται ολόκληρος ο αριθμός για να το κάνεις. Το δείγμα DNA που συλλέγουν τα ιατροδικαστικά εργαστήρια αντιστοιχεί μόνο στους δύο πρώτους αριθμούς. Έχει λοιπόν τα όρια του» (Kary Mullis, Dancing Naked in the Mind Field, Bloomsbury, 1999).

Έτσι, σε περίπτωση σύγκρισης δύο γενετικών προφίλ (π.χ. μεταξύ ενός υπόπτου κι ενός DNA που βρέθηκε σε κάποιο πειστήριο):

1) Αν το DNA του υπόπτου ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ με το DNA του πειστηρίου, τότε έχουμε αποκλεισμό του υπόπτου.

2) Αν το DNA του υπόπτου ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ με το DNA του πειστηρίου, τότε:

α) Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο.

β) Πρόκειται για το DNA ενός άλλου ανθρώπου που ανήκει στις κατηγορίες που αναφέραμε παραπάνω.

Ακόμη όμως και στη περίπτωση που πράγματι πρόκειται για το DNA του υπόπτου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αναλύσεις DNA γίνονται, είτε σε ιδιωτικά εργαστήρια που συνεργάζονται με την αστυνομία είτε σε εργαστήρια που ανήκουν αποκλειστικά στο κράτος.

Κανείς δηλαδή δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν έγινε κάποιο λάθος, κάποια επιμόλυνση κατά την ανάλυση του βιολογικού υλικού του υπόπτου, ότι δεν αλλάχτηκε εσκεμμένα στο εργαστήριο ή ακόμη και ότι δεν τοποθετήθηκε εκ των υστέρων στο τόπο του εγκλήματος!

«Κατά ειρωνικό τρόπο, έχετε μια τεχνολογία που προοριζόταν να βοηθήσει στην εξάλειψη της υποκειμενικότητας στην εγκληματολογία», είπε σε μια συνέντευξη του ο Erin Murphy, καθηγητής νομικής στο NYU. «Αλλά όταν αρχίζετε να εξετάζετε βαθύτερα τον τρόπο λειτουργίας των εργαστηρίων εγκληματικότητας σήμερα, βλέπετε ότι η υποκειμενικότητα εξακολουθεί να υπάρχει: Τα πρότυπα διαφέρουν, τα επίπεδα εκπαίδευσης του προσωπικού ποικίλλουν, η ποιότητα ποικίλλει

Η αξιοπιστία, λοιπόν, του τεστ δεν είναι πάντοτε διασφαλισμένη και εξαρτάται από την αυστηρή τήρηση των κανόνων, είτε πρόκειται για τον τρόπο συλλογής του δείγματος και τον τρόπο που μεταφέρθηκε από τον τόπο του εγκλήματος στο εργαστήριο, είτε για το πόσο σωστά και αποστειρωμένα τηρήθηκε το πρωτόκολλο του εργαστηρίου.

Ακόμη όμως κι εάν τηρήθηκαν σωστά όλοι οι κανόνες μέχρι την τελική εξέταση, και πάλι μπορεί να γίνει λάθος στην ορθή ερμηνεία του αποτελέσματος. Η μεταφορά DNA, η μεταφορά κυττάρων από άτομο σε άτομο και μεταξύ ατόμων και αντικειμένων, είναι αναπόφευκτη όταν αγγίζουμε, μιλάμε, ακόμη κι όταν πλένουμε τα ρούχα μας!

Μια μελέτη του 1996 έδειξε ότι τα σπερματοζωάρια από ένα μόνο λεκέ σε ένα ρούχο, μεταφέρθηκαν σε κάθε άλλο ρούχο που βρίσκονταν στην ίδια πλύση στο πλυντήριο.

Σε μια άλλη μελέτη (Cale et al., 2016) ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να κάνουν μια απλή χειραψία με κάποιο άλλο άτομο και στη συνέχεια να κρατήσουν ένα μαχαίρι. Όταν αναλύθηκε το DNA στα μαχαίρια, βρέθηκαν τα εξής αποτελέσματα:

Στο 80% των περιπτώσεων εμφανίστηκε γενετικό υλικό από τα άτομα που είχαν πιάσει το μαχαίρι αλλά και από εκείνους που νωρίτερα είχαν κάνει την χειραψία αλλά δεν είχαν καμία επαφή με το μαχαίρι.

Στο 15% εμφανίστηκε το DNA μόνο όσων είχαν πιάσει το μαχαίρι.

Σε 5% των περιπτώσεων, βρέθηκε μόνο το δείγμα όσων δεν είχαν πιάσει το μαχαίρι.

Σε μία ακόμη περίπτωση (Schwark et al., 2012) διαπιστώθηκε μεταφορά DNA κατά τη νεκροψία από το ένα πτώμα στο άλλο, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ίδια εργαλεία και ίδια τραπέζια νεκροψίας.

Αντίστοιχη επιμόλυνση μπορεί να συμβεί και πιάνοντας ένα πόμολο πόρτας, ένα χερούλι λεωφορείου, το ποντίκι στον Η/Υ, κοκ.

Κι επειδή όλοι αφήνουμε διαφορετικές ποσότητες κυττάρων, το ισχυρότερο προφίλ DNA σε ένα αντικείμενο δεν είναι απαραίτητο ότι θα αντιστοιχεί πάντα στο άτομο που το άγγιξε τελευταίος.

Το συμπέρασμα είναι ότι θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η πιθανή δευτερογενής μεταφορά.

Τέλος, η περίπτωση μεροληψίας μπορεί να ισχύει και μέσα στο εργαστήριο. Για παράδειγμα, μπορεί το κρατικό όργανο που ζητάει την ανάλυση να πει στον αναλυτή: «Αυτό είναι το πειστήριο όπου πάνω του υπάρχει το DNA του υπόπτου.» Αλλά μπορεί και να συμπληρώσει: «Ξέρεις, ο ύποπτος είναι ένας πρώην κατάδικος και το θύμα ήταν ένα παιδάκι 5 μόλις ετών». Μια πρόσφατη δημοσίευση στο περιοδικό Criminal Justice Ethics σημειώνει ότι στη Βόρεια Καρολίνα, κρατικές και τοπικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου, αποζημίωναν με $600 το εργαστήριο για κάθε ανάλυση DNA που οδηγούσε σε καταδίκη! (Πηγή: The Atlantic: «The false promise of DNA testing»).

Ελληνική Νομοθεσία

Στον Ποινικό Κώδικα το ζήτημα της ανάλυσης και αξιοποίησης του γενετικού υλικού αναφέρεται στο άρθρο 220 Α (πρόκειται για προσθήκη), παράγραφος 1:

«Όταν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ένα πρόσωπο έχει τελέσει κακούργημα με χρήση βίας ή έγκλημα που στρέφεται κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή πράξεις συγκρότησης ή συμμετοχής σε οργάνωση, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο μπορεί να διατάξει ανάλυση του δεσοξυριβοζονουκλεϊκού οξέος προς το σκοπό της διαπίστωσης της ταυτότητας του δράστη του εγκλήματος αυτού.

Η ανάλυση περιορίζεται αποκλειστικά στα δεδομένα που είναι απολύτως αναγκαία για τη διαπίστωση αυτή και διεξάγεται σε κρατικό ή πανεπιστημιακό εργαστήριο.

Την ανάλυση του DNA του κατηγορουμένου δικαιούται να ζητήσει ο ίδιος για την υπεράσπισή του».

Και συνεχίζει η παράγραφος 2 του σχετικού άρθρου: «Αν το αποτέλεσμα της ανάλυσης είναι θετικό, το πόρισμα κοινοποιείται στο πρόσωπο από το οποίο προέρχεται το γενετικό υλικό, που έχει δικαίωμα να ζητήσει επανάληψη της ανάλυσης».

Εν κατακλείδι, το τεστ DNA ως αποδεικτικό στοιχείο θα πρέπει να λειτουργεί αθωωτικά όχι όμως και ως αποκλειστικό στοιχείο ενοχής.

Άλλωστε, ο Άρειος Πάγος αναφέρει ότι, «το πόρισμα της πραγματογνωμοσύνης εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο» (ΑΠ 1889/2017, Ζ Ποινικό Τμήμα).

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ

1 Σχόλιο

  1. Ανώνυμος

    Ωραίο άρθρο!
    Πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι το αποτέλεσμα θα πρέπει να λειτουργεί αθωωτικά, όχι όμως και ως αποκλειστικό στοιχείο ενοχής.

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

© 2024 Crime Fiction Fans

Θέμα εμφάνισης από τον Anders NorenΠάνω ↑