Η μοναχή serial killer που ονομάστηκε «Η Ελληνίδα Ρασπούτιν»
Η Μαριάμ Σουλακιώτη (ή Σουλακιώτου) ήταν μια από τις πιο παραγωγικές κατά συρροή δολοφόνους στην ιστορία. Μια γυναίκα με ισχυρό χαρακτήρα και έντονη προσωπικότητα που από την κοινή γνώμη ονομάστηκε «η Ελληνίδα Ρασπούτιν» ή «η σατανική μοναχή», ενώ από άλλους θεωρήθηκε αγία.
Τα πρώτα χρόνια
Η Μαρίνα Σουλακιώτου (1883 – 23.11.1954) γεννήθηκε, από μία φτωχή οικογένεια στην Κερατέα. Το πατρικό της σπίτι βρισκόταν επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου 71. (Αργότερα μετατράπηκε σε ένα από τα κτίρια του μοναστηριού).
Από εκεί και πέρα, λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή της μέχρι να γίνει μοναχή. Άλλοι ισχυρίζονται ότι από νεαρή ηλικία εργαζόταν ως «κορδελιάστρα» στους στρατώνες στο Γουδί. Άλλοι, ότι ήταν εργάτρια σε εργοστάσιο, ενώ κάποιοι άλλοι, σε αγρόκτημα.
Όλα όμως άλλαξαν για τη ζωή της νεαρής κοπέλας, όταν φιλοξένησε στο σπίτι της τον ασκητή ιερομόναχο Ματθαίο Καρπαθάκη (01.03.1861 – 14.04.1950).
Η Μαριάμ Σουλακιώτη ως Ορθόδοξη Χριστιανή
Η Σουλακιώτου ξεκίνησε το 1900 ως μοναχή στην Ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία και από Μαρίνα το όνομα της έγινε Μαριάμ, αλλά και το Σουλακιώτου μετατράπηκε σε Σουλακιώτη.
Σύντομα έγινε έμπιστη του Ματθαίου, ο οποίος μετέπειτα χειροτονήθηκε Επίσκοπος Βρεσθένης (στις 8 Μαΐου του 1935).
Η αλλαγή του ημερολογίου
Στις 16 Φεβρουαρίου 1923 συνέβη ένα πρωτόγνωρο γεγονός στη χώρα μας, καθώς την επομένη, αντί να ξημερώσει 17 Φεβρουαρίου, ξημέρωσε 1η Μαρτίου! Ήταν η μετάβαση για την Ελλάδα από το Ιουλιανό στο Γρηγοριανό ημερολόγιο. Αυτή την αλλαγή επικύρωσε η «Πανορθόδοξη Σύνοδο» στο Συνέδριο της Κωνσταντινουπόλεως (10η Μαΐου – 6η Ιουνίου 1923).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα ήταν η τελευταία χρονολογικά ευρωπαϊκή χώρα που υιοθέτησε το νέο ημερολόγιο, με πρώτη την Ιταλία το 1582!
Μετά την υιοθέτηση του νέου ημερολογίου από την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία (ΕΟΕ) μερίδα κληρικών θεώρησαν το γεγονός «υποταγή των Ορθοδόξων στον Πάπα» και αποσχίστηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος, αποκαλώντας τον εαυτό τους «Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί» (ΓΟΧ).
Η Σουλακιώτη γίνεται Παλιοημερολογίτισσα
Ο Ματθαίος Καρπαθάκης έγινε φανατικός Παλαιοημερολογίτης και πλέον, ισχυριζόμενος την «εμφάνιση και εντολή της Υπεραγίας Θεοτόκου», αυτοαποκαλούνταν Αρχιεπίσκοπος Βρεσθένης. Χειροτόνισε αρκετούς κληρικούς οπαδούς του, ενώ είχε δημιουργήσει οπαδούς που τον λάτρευαν σε τέτοιο σημείο ώστε τον ακολούθησαν ακόμη και στο σχίσμα του, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο τους «Ματθαιϊκούς».
Τόσο η ΕΟΕ όσο και η ΓΟΧ θεώρησαν ότι ο Καρπαθάκης βρισκόταν σε σχίσμα.
Μία από αυτούς τους οπαδούς που τον ακολούθησε πιστά ήταν η Μαριάμ Σουλακιώτη. Για ανταμοιβή, από μοναχή προήχθη σε «Μητέρα» (και αργότερα σε «Ηγουμένη»).
Η Μονή Πευκοβουνογιάτρισσας
Το 1927, η Μαριάμ μαζί με τον Ματθαίο ίδρυσαν στην Κερατέα την Μονή Παναγίας Πευκοβουνογιάτρισσας.
Το μοναστήρι, που τιμά τα Εισόδια της Θεοτόκου, αποτέλεσε την έδρα του Ματθαίου που είχε βάλει σκοπό να υποστηρίξει οικονομικά τους Παλαιοημερολογήτες:
«ἀπό τίς πρώτες προτεραιότητες τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἦταν ἡ ἵδρυσις μονῶν, γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας.»
Το που βρέθηκαν τα χρήματα για την αγορά του πολλών στρεμάτων οικοπέδου και τα έξοδα για την ανέγερση του μοναστηριού δεν ανακαλύφθηκε ποτέ.
Οι ιδρύτριες μοναχές ήταν οι εξής:
Μαρίνα Σουλακιώτου (Ηγουμένη Μαριάμ), Ειρήνη Μενδρινού (μοναχή – οικονόμος Ευφροσύνη), Μαρία Τσαγκάρη (μοναχή Μακαρία), Παναγιώτα Βουνισάκου (μοναχή Διονυσία), Μαρία Φαμέλη (μοναχή Μαρία), Ασημίνα Ταμπακάκη (μοναχή Ξένη), Ελένη Καρπαθάκη (μοναχή Συγκλητική, ανηψιά του Ματθαίου).
Λίγο αργότερα, το 1934, ο Ματθαίος θα ιδρύσει και το άνδρικό πλέον μοναστήρι, την Ιερά Μονή Μεταμόρφωσης Σωτήρος Κρονίζης στον Κουβαρά Αττικής.
Η άνοδος της Σουλακιώτη στην εξουσία
Από πολύ νωρίς ο Ματθαίος, λόγω των προβλημάτων με την υγεία του αλλά και των ασκητικών μοναστικών πρακτικών που ακολουθούσε, ανέθεσε μεγάλο μέρος της ευθύνης και της διαχείρισής του μοναστηριού στην Μαριάμ Σουλακιώτη.
Το 1950, μετά το θάνατο του Ματθαίου, η Σουλακιώτη τον διαδέχτηκε και επίσημα πλέον στη θέση της ηγουμένης της μονής.
Ο θάνατος του Ματθαίου και η αγιοποίηση του
«Μετά τήν κοίμηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί τήν μεταφορά τοῦ σκηνώματός του στήν Ἱ. Μ. Παναγίας, τελέστηκε Ἁγιασμός, ὁ ὁποῖος εὐλογήθηκε μέ τό νεκρό του χέρι! Ὁ Ἁγιασμός αὐτός παραμένει μέχρι σήμερα ἄσηπτος, 60 χρόνια μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, σάν νά εὐλογήθηκε τήν προηγουμένη ἡμέρα! Ποσότητες αὐτοῦ τοῦ Ἁγιασμοῦ βρίσκονται στήν κατοχή διαφόρων κληρικῶν καί ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν, διατίθενται σέ ἀσθενεῖς πού εὐεργετοῦνται ἀπό τόν Θεό, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου.» (Πηγή: churchsynaxarion.blogspot.com 07.2011)
Στον αντίποδα:
«Η ηγουμένη Μαριάμ μετά τον θάνατο του επισκόπου Ματθαίου Καρπαθάκη διέδωσε επίτηδες ότι το πτώμα του “μυροβόλησε”. Διά του τρόπου αυτού προσέλκυσαν εκατοντάδες απλοϊκούς ανθρώπους, οι οποίοι έσπευσαν εκεί από πολλά μέρη της Ελλάδας για να δουν το θαύμα του Αγίου Ματθαίου. Στην πραγματικότητα, όμως, η ηγουμένη είχε ραντίσει το πτώμα του με άρωμα για να παραπλανήσει τους ευσεβείς και να δημιουργήσει θρύλο πέριξ του ονόματος του Ματθαίου…». (Πηγή: Εφημερίδα «Ελευθερία», 26 Νοεμβρίου 1950)
Το modus operandi της Σουλακιώτη
Η μονή με ηγέτη τη Σουλακιώτη, προσηλύτιζε ευκατάστατους, θρησκόληπτους, απελπισμένους (και συχνά αφελείς) ανθρώπους για να οικειοποιηθεί τις περιουσίες τους.
Ο τρόπος δράσης της Σουλακιώτη αποτελούνταν από πέντε στάδια:
1# Να προσηλυτίζει και να ενθαρρύνει πλούσιες γυναίκες να ενταχθούν στο μοναστήρι.
2# Να τους καθοδηγεί να δώσουν τον «όρκο πενίας».
3# Να τους προτείνει να δωρίσουν όλη τους την περιουσία στο μοναστήρι (στην ίδια) ώστε να πραγματοποιηθεί ο όρκος.
4# Σε περίπτωση που αρνούνταν, χρησιμοποιούσε δόλο. (π.χ. τους έβαζε να υπογράψουν χαρτιά χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς υπέγραφαν). Στους επίμονους αρνητές ασκούσε σκληρά βασανιστήρια μέχρι να υποκύψουν. 5# Μόλις η περιουσία δωρίζονταν, οι δότες ήταν πλέον άχρηστοι, οπότε συνεχίζονταν τα βασανιστήρια και τα μαρτύρια τους, συχνά μέχρι τον θάνατό τους.
Η Σουλακιώτη είχε δημιουργήσει ένα οργανωμένο δίκτυο σε όλη την Ελλάδα όπου έστελνε συνεργάτιδες της μοναχές προς αναζήτηση νέων δωρητών. Ενδεικτικά παραθέτουμε δημοσιεύσεις από τον τύπο της εποχής, όταν η Σουλακιώτη έστειλε την όμορφη μοναχή Ιουλιανή Σκοπελίτου στη Λευκάδα με στόχο να οικειοποιηθεί την περιουσία της Ι. Μονής Αγίου Νικολάου Νυράς:
«Αύτη παρέπεισε τους κτήτορας αδερφούς της μονής να παραχωρήσωσιν ολόκληρον την περιουσίαν της Μονής ανερχομένην εις ποσόν περίπου 1.500.000 λιρών, εις την Μονήν Κερατέας. Ήτο καταπληκτική η σαγήνη την οποίαν ήσκησε επί των αγαθών κτητόρων εξ Αθανίου και Αγίου Πέτρου Λευκάδος η διαβολογυναίκα ότι επιβάλλεται η συγχώνευσις των περιουσιών των δύο Μονών, ίνα δυνηθή η ισχυρά Μονή Κερατέας να υποστηρίξη την μικράν Μονήν Νυράς, την αναδιωργανώση, ανακαινίση κλπ.»
Παρότι υπογράφηκε πληρεξούσιο, δεν έλαβε ισχύ, καθώς τότε ξέσπασε το σκάνδαλο και οι αναλαμβάνοντες την πληρεξουσιότητα φυλακίστηκαν. Ωστόσο, οι συνεργάτιδες της Μαριάμ Σουλακιώτη, κατά την παραμονή τους στη Λευκάδα κατόρθωσαν να προσηλυτίσουν την Ακριβούλα Κουνιάκη, η οποία δώρισε στη Μονή Κερατέας την προίκα της και στη συνέχεια χειροτονήθηκε μοναχή. (Πηγή: aromalefkadas.gr 10.09.2018)
Το «Reuters» ανέφερε ότι είχε συγκεντρώσει με αυτόν τον τρόπο «τριακόσια σπίτια και αγροκτήματα σε όλη την Ελλάδα μαζί με χρυσό και κοσμήματα αξίας χιλιάδων λιρών».
Η μονή Πευκοβουνογιάτρισσας στην προσοχή της αστυνομίας
Η πρώτη φορά που η μονή Πευκοβουνογιάτρισσας απασχόλησε τις αρχές, ήταν τον Μάρτιο του 1933.
Όταν η Ελένη Στεφανοπούλου έχασε τον πατέρα της, η μητέρα της οδήγησε το 16χρονο κορίτσι στο μοναστήρι. Εκεί ο Ματθαίος και η Μαριάμ γνωμάτευσαν ότι η νεαρή ήταν δαιμονισμένη. Για τη θεραπεία της ακολούθησαν βίαιες τακτικές, όπως το δέσιμο χειροπόδαρα με αλυσίδες, ο ξυλοδαρμός και ο βασανισμός στα ευαίσθητα μέρη της.
Η Στεφανοπούλου κατόρθωσε να αποδράσει από το μοναστήρι και πήγε αμέσως στην αστυνομία όπου κατάγγειλε τον βασανισμό της.
Όταν ο Ματθαίος και η Μαριάμ ερωτήθηκαν από την αστυνομία για την αλήθεια των καταγγελειών, δήλωσαν ότι «η αντίδραση και μόνο της έφηβης κοπέλας αποτελεί τεκμήριο δαιμονισμού».
Η δεύτερη φορά που το μοναστήρι απασχολεί τις αρχές
Πέρασαν αρκετά χρόνια από την υπόθεση Στεφανοπούλου, μέχρι να φτάσει η επόμενη καταγγελία στις αρχές, από την κόρη μιας πλούσιας γυναίκας που είχε κληροδοτήσει εκβιαζόμενη όλη της την περιουσία στο μοναστήρι.
Λίγο αργότερα, άγνωστες πηγές οδήγησαν την αστυνομία στο μοναστήρι για να αναζητήσουν την 18χρονη Συμέλα Σπυρίδου. Η Σπυρίδου, Ελληνίδα που ζούσε στην Αμερική και επισκέπτονταν τη χώρα μόνο για διακοπές, είχε εξαφανιστεί από το 1949. Το FBI, μετά από καταθέσεις του πατέρα της Χρήστου Σπυρίδη, είχε εντοπίσει την Σπυρίδου στο μοναστήρι και ενημέρωσε τις ελληνικές αρχές. Ωστόσο, η Σπυρίδου επικοινώνησε με τον πατέρα της και η έρευνα σταμάτησε.
Η αρχή της αποκάλυψης του σκανδάλου
Οι επόμενες καταγγελείες εις βάρος της μονής αφορούσαν τον εγκλεισμό σε αυτήν ανήλικων παιδιών και της 65χρονης Ευθυμίας Παπαθανασοπούλου, παρά τη θέλησή τους.
Κατά την έρευνα της αστυνομία η Παπαθανασοπούλου βρέθηκε κλεισμένη σε ένα υπόγειο, βρωμερό κελί. Η ηλικιωμένη γυναίκα, μόλις είδε τους αστυνομικούς τους εκλιπαρούσε να την πάρουν από εκεί. Αργότερα κατέθεσε ότι, έπασχε από παραμορφωτική αρθρίτιδα και μετά από παρότρυνση δυο μοναχών, πήγε στη μονή με σκοπό να βοηθηθεί και να θεραπευτεί. Με την εισαγωγή της όμως στη μονή, άρχισαν τα βασανιστήρια της, ενώ την υποχρέωσαν να τους μεταβιβάσει την περιουσία της.
Η σύλληψη της Σουλακιώτη
Η Αστυνομία Πόλεων συνέλαβε την Σουλακιώτη την νύχτα της 4ης προς 5ης Δεκεμβρίου του 1950, με μια έφοδο που έγινε στη μονή από 85 αξιωματικούς, έναν αντιεισαγγελέα, έναν ιατροδικαστή κι έναν διακαστή.
Μπροστά τους αντίκρισαν δεκάδες λιπόσαρκες, βασανισμένες γυναίκες και παιδιά, μέσα σε τρώγλες σε άθλια κατάσταση. Στους στάβλους της μονής βρέθηκαν σωροί ανθρωπίνων οστών.
36 παιδιά οδηγήθηκαν αρχικά σε παιδικό σταθμό του Λαυρίου και στη συνέχεια στο Ιωσηφόγλειο Ορφανοτροφείο.
Μαζί με τη Σουλακιώτη η αστυνομία συνέλαβε την έμπιστη βοηθό της Ευφροσύνη Μενδρινού, τον επίσκοπό τους Ανδρ. Ανέστη και επτά ακόμη μοναχές.
Οι κατηγορίες και οι δίκες της Μαριάμ Σουλακιώτη
Το πρόβλημα των αρχών ήταν ότι, λόγω της εθελοντικής φύσης του μοναχισμού, ήταν δύσκολο να στοιχειοθετηθεί κατηγορία εναντίων της Σουλακιώτη. Έτσι, για να μπορέσουν να συνεχίσουν την κράτησή της και να προχωρήσουν οι έρευνες, την κατηγόρησαν με δύο κατηγορίες εντελώς άσχετες με δολοφονίες:
Για παράνομη εξαγωγή ελαιόλαδου στην Κύπρο και εισαγωγή ελαστικών!
(Η υπόθεση θυμίζει την περίπτωση του διάσημου γκάνγκστερ Al Capone που επειδή αρχικά οι αρχές δεν είχαν άλλα στοιχεία εναντίον του, τον συνέλαβαν το 1931 για φοροδιαφυγή).
Όσο όμως ξετυλίγονταν το κουβάρι με νέα στοιχεία, τόσο προσαρμόζονταν και το κατηγορητήριο. Τον Φεβρουάριο του 1951, ο εισαγγελέας απήγγειλε περαιτέρω κατηγορίες στην Σουλακιώτη και την ομάδα της. Πλέον κατηγορούνταν για ανθρωποκτονία από πρόθεση, για ανθρωποκτονία από αμέλεια, για βασανιστήρια, εκβιασμούς, απάτες, πλαστογραφίες διαθήκης, κ.ά.
Η χειρότερη όμως των κατηγοριών ήταν ότι οι συγκεκριμένες ασκητικές πρακτικές που χρησιμοποιούσαν οι μοναχές υπό την καθοδήγηση της Ηγουμένης Μαριάμ Σουλακιώτη, οδήγησαν στον άσκοπο θάνατο 150 παιδιών από φυματίωση.
Κατά τις πολύμηνες έρευνες και ανακρίσεις αλλά και κατά τη διάρκεια της δίκης, οι μακάβριες ιστορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας από θύματα της ηγουμένης συγκλόνισαν την μεταπολεμική Ελλάδα και φιγουράριζαν καθημερινά για μήνες στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.
Καταγγελίες για βασανιστήρια που διαπράττονταν μέσα σε ένα κλίμα ακραίου σκοταδισμού και φανατισμού και που θύμιζαν Μεσαίωνα, Ιερά Εξέταση ή ακόμη και Ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εξαιτίας αυτών των βασανιστηρίων, πολλοί άνθρωποι πέθαιναν από υποσιτισμό, από τη σκληρή σωματική εργασία, από σοβαρούς τραυματισμούς, νευρικό κλονισμό, φυματίωση ή άλλες αρρώστιες και κακουχίες.
Καταθέσεις Μαρτύρων
Σύμφωνα με μαρτυρίες αρκετών ατόμων, η τροφή τους ήταν πάντοτε περιορισμένη – σε βαθμό υποσιτισμού – για τον «εξαγνισμό» τους. Η τροφή συνοδευόταν (ή και απλώς αποτελούνταν) από βρασμένες παπαρούνες (το είδος Papaver somniferum, λαϊκιστή Παπαρούνα η υπνοφόρος) που περιέχει όπιο, ώστε να τους κρατούν ναρκωμένους.
Η Ευγενία Μαργέτη, δήλωσε ότι «κρατήθηκε σε κελί απομόνωσης και βασανίστηκε μέχρι να παραδώσει περιουσία αξίας 118 εκατομμυρίων δραχμών.» Στη συνέχεια περιέγραψε «μερικά από τα φρικώδη βασανιστήρια εις τα οποία υπεβάλλετο αυτή και άλλες μοναχές. Η Μαριάμ διέτασσε τις υπό τιμωρία μοναχές να μείνουν με τα εσώρουχα μόνο και κατόπιν ανέθετε σε μια μοναχή από το περιβάλλον της να τις κτυπά με μια σανίδα.»
«Άλλες μοναχές μετά τον εσπερινό ωδηγούντο εις τα περί την μονήν δάση και ημίγυμνοι προσδένεντο εις τα πεύκα και παρέμειναν δεμέναι μέχρι του όρθρου».
«Η μοναχή Θεοδότη, χτυπήθηκε κατά τόσο βάρβαρο τρόπο από τις μοναχές ώστε έκανε αιμόπτυση και απέθανεν εξ αυτής.»
«Η μοναχή Μαρία, χωρίς να γνωρίζει τι υπογράφει υπέγραψε εκχωρητήριο της περιουσίας της εις τη Μαριάμ και το περιβάλλον της και κατόπιν νομίζουσα ότι ήτο κυρία των κτημάτων της μετέβη εις αυτά για να μαζέψει ελιές. Οι άλλες μοναχές όμως επιτέθηκαν εναντίον της, την ξυλοκόπησαν αγριότατα και η μοναχή Μαρία μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο όπου και απέθανε.»
«Η Μιχαλάκου ήτο φυματική και εν γνώσει της παθήσεώς της ετιμωρήθη με περιορισμόν εις τρώγλην και απέθανεν εντός ολίγων ημερών.»
«Το ζεύγος Παναγιωτοπούλου ηναγκάσθη να εκχωρήσει στη Μάριαμ μια οικία εις τη Καλλιθέα. Το ζεύγος κατόπιν απέθανε από ασιτία εις τη μονή.»
«Ο υιός της Παυλάκη αφηγήθη εις τη μητέρα του ότι οι μοναχές εις τη μονή Κερατέας το υπέβαλλαν σε βασανιστήρια. Συγκεκριμένα, πριν ξημερώσει και προκειμένου οι μοναχές να ξυπνήσουν τους μικρούς και τις μικρές για τον όρθρο τα ξυπνούσαν με ένα άγριο ξυλοκόπημα και τους έλεγαν ότι αυτό το έπραττον δια τον εξαγνισμό των, διότι δια να μεταβούν εις την εκκλησία και να ακούσουν τον όρθρο και την λειτουργία έπρεπε προηγουμένως να δαρθούν αγρίως, να πονέσουν και να κλάψουν, διότι μόνον έτσι θα αντιλαμβάνονταν το μεγαλείον της χριστιανικής θρησκείας. Αν κανένα από τα μικρά τολμούσε να διαμαρτυρηθεί, οι μοναχές το μετέφεραν εις τον πλησίον πευκώνα, του έδεναν τα πόδια και το κρεμούσαν από ένα πεύκο με το κεφάλι προς το έδαφος για να… εξέλθουν τα εντός αυτών εμφωλεύοντα δαιμόνια.»
«Ο Μπάκας, η σύζυγός του και τα τρία τέκνα των, κάτοχοι σημαντικής περιουσίας, εισήλθον εις την μονή διαθέσαντες την περιουσία των. Μετά τινά χρόνου όμως η Μπάκα αντιληφθείσα περί τίνος επρόκειτο θέλησε να φύγει από την μονή αλλά τότε η Μαριάμ την έθεσε σε απομόνωση εντός τρώγλης επί εξαμήνου και με ανεπαρκέστατη τροφή. Η Μπάκα εξήχθη εκ της τρώγλης φυματική και μετά από λίγο απέθανε. Ο σύζυγός της επίσης κατά τον ίδιο τρόπο εμολύνθη εκ φυματιώσεως και απέθανεν.»
«Mία άλλη γυναίκα, φυματική, η οποία προσπάθησε να αποδράσει, κλείστηκε σε μία τρώγλη για έξι μήνες με ελάχιστο φαγητό, μέχρι που πέθανε.»
«Ένα ζευγάρι παραχώρησε όλη την περιουσία του στη Μονή και λίγο καιρό μετά πέθανε κι αυτό από ασιτία».
«Μια γυναίκα την άφησαν για έξι μήνες νηστική, δίνοντάς της να τρώει τα κουκούτσια από ελιές και φλούδες κρεμμυδιών. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, την ανάγκαζαν να πίνει και τα ούρα της».
Άλλη γυναίκα θα καταθέσει ότι «στα 15 της ακολούθησε τη μητέρα της, η οποία ήταν ήδη μοναχή. Η μητέρα της όμως πέθανε γρήγορα από τα βασανιστήρια και τις στερήσεις που επέβαλε η ηγεσία της μονής. Για την ίδια θα πει ότι την έβαζαν το πρωί να κουβαλάει πέτρες, της κάρφωναν καρφίτσες στα πόδια και της έριχναν ιώδιο στα γεννητικά όργανα.»
Άλλη γυναίκα θα καταγγείλει ότι «μέσα στο μοναστήρι ζούσε ως έγκλειστη η μητέρα της και της απαγόρευαν να έχει σχέσεις με ανθρώπους εκτός της μονής. Κάτω από μεγάλες ψυχολογικές πιέσεις, για να την αφήσουν να δει την μητέρα της της απόσπασαν το τεράστιο για την εποχή ποσό των 10.000 δολαρίων».
Ο μάρτυρας Σεραφείμ Σίλβεστρος κατάθεσε ότι «εκεί πέθαναν η αδελφή του κι ο γαμπρός του φυματικοί. Τα δε τρία παιδάκια τους υπεβάλλοντο σε διάφορες κακοποιήσεις όπως το αγοράκι που εκρεμάσθη ανάποδα γυμνό πολλές φορές και τόδερναν μέχρις αναισθησίας. Όταν δε ζούσε ο πατέρας οι καλόγριες τον προέτρεπαν να μολύνει το παιδί του με φυματίωση γιατί αν ζούσε θα γινόταν κακός άνθρωπος. Τον συμβούλεψαν να μασάει αυτός το φαγητό και να ταίζει μ’ αυτό το αγοράκι του, ώστε να πεθάνει πριν από αυτόν.»
«Έλεγαν ότι πρέπει να πεθάνουμε, να αδειάσουν τα κελιά να έρχονται άλλοι, για να πάμε στον παράδεισο», θα πουν κάποια απ’ τα τα παιδιά.
Μια ακόμη γυναίκα θα περιγράψει: «Κάποτε το ανιψάκι μου, 10 χρόνων κοριτσάκι, το έβαλαν αγγαρεία στο μαγειρείο. Πεινούσε και έγλειψε μια πατάτα. Να η ποινή που του επέβαλαν: Το έδεσαν ολόγυμνο όλη τη νύχτα στο στάβλο και το πρωί το βρήκαν λιπόθυμο από το κρύο και το φόβο.»
Ένας άλλος μάρτυρας θα καταθέσει ότι «όσο έμενε στο ανδρικό μοναστήρι, το οποίο επίσης διοικούσε η Σουλακιώτη, είδε τον 6χρονο ανιψιό του να τον δέρνουν με μια τριχιά και στη συνέχεια να τον πετάνε μέσα σε μια στέρνα για τιμωρία».
Ο τοπικός γιατρός της περιοχής κατάθεσε ότι από το μοναστήρι δεν τον είχαν καλέσει όυτε μία φορά για θεραπεία, αλλά τον καλούσαν συχνά μόνο για να υπογράφει πιστοποιητικά θανάτων.
Επιχειρήματα υπεράσπισης
Την υπεράσπιση της Σουλακιώτη είχε αναλάβει ο δικηγόρος Πάνος Παναγιωτάκος.
Τα στοιχεία που επικαλέστηκε για την πελάτισσα του ήταν τα εξής:
1# Είπε ότι όταν ένας άνθρωπος εντάσσεται σε ένα μοναστήρι δίνει τον «όρκο πενίας». Κατά συνέπεια και για να τηρηθεί αυτός ο όρκος παραδίδει οικειοθελώς όλη την υλική του περιουσία στα μοναστήρια.
2# Διακιολόγησε ότι οι περιουσίες όλες ήταν στο όνομα της Σουλακιώτη, γιατί δεν υπήρχε νομικό πρόσωπο πίσω από τη μονή οπότε και χρησιμοποιήθηκε το πρόσωπο της Ηγουμένης.
3# Για να δείξει το έργο της μονής, παρουσίασε στο δικαστήριο μια επιστολή του Άγγλου Στρατάρχη Harold Alexander (10.12.1891 – 16.06.1969), στην οποία ευχαριστούσε τους κληρικούς της Μονής Παναγίας Πευκοβουνογιάτρισσας επειδή κατά τη διάρκεια της Κατοχής διακινδύνευσαν για να βοηθήσουν τη διαφυγή πολλών Βρετανών στρατιωτών.
Η στάση της Σουλακιώτη στο δικαστήριο
Η Σουλακιώτη αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες εναντίον της χλευάζοντας τες, χωρίς όμως να δείχνει εκνευρισμό ή έκπληξη. Τις ονόμασε «σατανικές μυθοπλασίες» και δήλωνε ότι στη μονή ο κόσμος ερχόταν για να σώσει την ψυχή του και η ίδια τους βοηθούσε σε αυτό.
Συχνά ψέλλιζε μια προσευχή στον «Άγιο» Ματθαίο, ενώ έκανε το σταυρό της.
Η θέση του Εισαγγελέα
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα η Σουλακιώτη είχε αποκτήσει την αμύθητη για την εποχή περιουσία των 150.000 δολαρίων και κατείχε τίτλους ιδιοκτησίας για περίπου 300 ακίνητα.
Σύμφωνα με τα επίσημα κρατικά αρχεία, διαπιστώθηκε ότι 500 και πλέον «πιστοί» είχαν κληροδοτήσει όλη τους την περιουσία στο μοναστήρι, γεγονός που ο εισαγγελέας σχολίασε ως «ασυνήθιστα μεγάλος αριθμός για ένα νόμιμα λειτουργούμενο μοναστήρι αυτού του μεγέθους». Κι αυτές ήταν μόνο οι “νόμιμες” και δηλωμένες παραχωρήσεις.
«Η Κερατέα είναι αίσχος δια την Ελλάδα», θα φωνάξει κάποια στιγμή αγανακτησμένος, διακόπτοντας μάλιστα την κατάθεση μίας μάρτυρος. «Σηκώνονται αι τρίχες της κεφαλής μου. Σκεφτείτε ότι εκεί πέθαναν 150 φυματικά κορίτσια».
Η καταδίκη της Σουλακιώτη
Επειδή νέες μαρτυρίες και νέα στοιχεία αποκαλύπτονταν διαρκώς, η Σουλακιώτη καταδικάστηκε σε τρεις διαφορετικές δίκες από το 1951 μέχρι το 1953. Κατά την πρώτη της δίκη, της επιβλήθηκε ποινή 26 μηνών, κατά τη δεύτερη δίκη, 10 έτη και κατά την τρίτη δίκη της, τέσσερα επιπλέον έτη. Συνολικά δηλαδή κάθειρξη 16 ετών.
Καταδικάστηκε για το θάνατο τουλάχιστον ενός μοναχού και τριών γυναικών μοναχών, για παράνομη κράτηση, κατάχρηση, υπεξαίρεση, απάτη.
Αν και ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων της Σουλακιώτη δεν έχει μέχρι και σήμερα διευκρινιστεί, οι περισσότεροι ιστορικοί μελετητές μιλούν για τουλάχιστον 177 θανάτους, όπου οι 27 θεωρούνται δολοφονίες ενώ οι 150 περιπτώσεις ανηλίκων θεωρούνται ανθρωποκτονίες εξ αμελείας, από φυματίωση.
Το παραπάνω υποστηρίζει και ο Βρετανός ιστορικός συγγραφέας Kerry Segrave στο βιβλίο του «Women Serial and Mass Murderers: Profile of 85 killers worldwide», του 2013.
«Με καταδίκασαν αδίκως. Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη απέναντι στον Θεό, ότι έπραξα το καθήκον μου απέναντι στα αδύνατα αυτά πλάσματα τα οποία με κατηγόρησαν στη δίκη», σχολίασε η Σουλακιώτη στο άκουσμα της ποινής της.
Θάνατος
Η Σουλακιώτη πέθανε στις φυλακές Αβέρωφ στις 23 Νοεμβρίου 1954.
Αθώος ή Ένοχος ο Ματθαίος Καρπαθάκης ;
Ο Ματθαίος Καρπαθάκης έχει κατηγορηθεί για ακραιότητες και φανατισμό. Έχει επίσης κατηγορηθεί ως υπάιτιος του διχασμού των ΓΟΧ.
Κάποιοι άλλοι σχολιάζουν τις καλές προθέσεις του και τον θεωρούν ως ένα από τα θύματα του περιβάλλοντός του, κυρίως της Σουλακιώτη.
Υπάρχει όμως, ακόμη και σήμερα, μια άλλη πλευρά που τον θεωρεί Άγιο.
Αθώα ή Ένοχη η Μαριάμ Σουλακιώτη ;
Είναι πιθανό ότι, από κάποια στιγμή και μετά, ο μύθος μπλέχτηκε με την πραγματικότητα και οι ιστορίες που έβλεπαν καθημερινά το φως της δημοσιότητας, να μην ήταν όλες αληθινές.
Ορισμένοι Ματθαιϊκοί συγγραφείς, υποστηρίζουν ότι η Σουλακιώτη ήταν αθώα και δικάστηκε άδικα. «Κατασυκοφαντηθείσα και διαπομπευθείσα, εφυλακίσθη είς τάς φυλακάς Αβέρωφ».
Ως ελαφρυντικά στοιχεία / θεωρίες, μπορούμε να προσάψουμε στην υπόθεση της Σουλακιώτη, τα εξής:
Την εποχή που εμφανίστηκε το σκάνδαλο, η φυματίωση αποτελούσε σοβαρό πρόβλημα στην Ελλάδα με μεγάλο αριθμό θανάτων, ενώ η θεραπεία της ήταν στα πρώτα της βήματα. Μόλις το 1946 είχε κυκλοφορήσει το αντιβιοτικό στρεπτομυκίνης που μείωσε αισθητά τη θνησιμότητα από φυματίωση. Μέχρι τότε, η μοναδική θεραπευτική μέθοδος ήταν τα σανατόρια ή σπανιότερα η χειρουργική επέμβαση («τεχνική του πνευμοθώρακα»).
Έτσι, δεν μπορούμε να πούμε ξεκάθαρα μέχρι ποιο σημείο η Σουλακιώτη ήταν υπεύθυνη για τα θύματα του μοναστηριού από φυματίωση.
Μία άλλα θεωρία υποστηρίζει ότι οι δημοσιογράφοι δημιουργούσαν αυτόν το σάλο, για να πολεμήσουν τους Παλαιοημερολογίτες.
Αυτή την ευκαιρία άδραξε και ο Νεοημερολογίτης Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σπυρίδων Βλάχος όπου τον Ιανουάριο του 1951, σε συνεργασία με το ελληνικό κράτος, έθεσαν όλες τις αιρέσεις των Παλαιοημερολογιτών, εκτός νόμου.
Σημείωση: Ο Παλαιοημερολογιτισμός δεν αποτελεί πλέον παράνομη αίρεση, καθώς το Σύνταγμα της Ελλάδος ορίζει ξεκάθαρα την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης.
Η τελευταία υπερασπιστική θέση για την αθωότητα της Μαριάμ Σουλακιώτη στηρίζεται στην άποψη ότι όλη αυτή η συκοφαντική δυσφήμιση δημιουργήθηκε από άνδρες ιερωμένους που είτε «ζήλευαν» τη συγκέντρωση πλούτου που είχε καταφέρει μία μοναχή γυναίκα είτε «φοβόντουσαν» για τη δύναμη και τους οπαδούς που είχε αποκτήσει.
Από την άλλη, βέβαια, δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά. Και οι μαρτυρίες ήταν πάρα πολλές για να αμφισβητηθούν…
Η Μονή Πευκοβουνογιάτρισσας σήμερα
Όταν έγινε η σύλληψη της Σουλακιώτη το 1950, στην μονή Πευκοβουνογιάτρισσας υπήρχαν 370 μοναχές, αρκετές εκ των οποίων ήταν ανήλικα κοριτσάκια.
Παρά το μεγαλειώδες σκάνδαλο που ξέσπασε, η Μονή Πευκοβουνογιάτρισσας συνέχισε την λειτουργία της. Τη θέση της ηγουμένης ανέλαβε η μοναχή Αντιγόνη Καπετανάκη.
Τα χρόνια πέρασαν, το σκάνδαλο ξεχάστηκε και πλέον δεν έχει απομείνει καμία μοναχή εν ζωή που να «μαθήτευσε» δίπλα στη Σουλακιώτη. (Η τελευταία απεβίωσε το 2008).
Το μοναστήρι συνεχίζει και λειτουργεί μέχρι και σήμερα. Και δεν είναι λίγες οι μοναχές που προσεύχονται για την ψυχή του «Αγίου Ματθαίου» αλλά και της «Αγίας Μητέρας Μαριάμ της Κερατέας», που «τόσο άδικα συκοφαντήθηκε».
Η Μαριάμ Σουλακιώτη στην τηλεόραση
Όπως ήταν φυσικό, η υπόθεση δεν θα ξέφευγε από τον μαιτρ του ελληνικού αστυνομικού θρίλερ, Πάνο Κοκκινόπουλο. Στην τηλεοπτική σειρά του ANT1 «Ανατομία ενός εγκλήματος» (1992 – 1995) προβλήθηκαν δύο επεισόδια με θέμα την υπόθεση Σουλακιώτη:
«Καθαρτήριο» (Επ.20, Σεζόν 1)
«Η Τρίτη εντολή» (Επ. 26, Σεζόν 2)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ
Μπράβο τα άδικα ουκ ευλογούνται αμην
Ασύλληπτο !
Τρομερή ιστορία, απίστευτη… Μοιάζει με σενάριο ψυχολογικού θρίλερ!!
Η συγκεκριμένη φαίνεται πως απλώς κάπου το παράκανε. Γιατί ούτως ή άλλως η περιουσία της εκκλησίας προέρχεται από δωρεές πιστών αφελών αλλά και ανόητων που για την ανοησία του χαρακτήρα τους ευθύνεται σε μέγιστο βαθμό η χριστιανική ηθική που επιβάλλεται ύπουλα από τη βρεφική κιόλας ηλικία.
Αν υπάρχει κόλαση θα καίγεται σε αυτή…..ντροπιάζει τις διδαχές του χριστιανισμού
Δολοφονίες, δολοπλοκίες, βιασμοί, παιδεραστές και μόνιμη συγκέντρωση υπέρογκων χρηματικών ποσών, η εκκλησία έχει τη μεγαλύτερη περιουσία στην Ελλάδα και δεν φορολογείται.. αντιθέτως πληρώνονται από τους φορολογούμενους πολίτες…… Διαχωρισμός εκκλησίας κράτους, τώρα.
Η καλόγρια ….Έμπνευση για την ελληνική μεταφορά στην οθόνη …
Τρομερό!!!!