Η δράση του και εγκληματολογική ανάλυση
Ο Αντώνης Δαγκλής, αποτελεί έναν από τους ελάχιστους Έλληνες serial killers που αναγράφεται στην διεθνή λίστα των εγκληματιών. (Συγκεκριμένα, έναν από τους 6). Η επιλογή του, δεν έγινε εξαιτίας του αριθμού των θυμάτων του, αλλά κυρίως για τον σκληρό τρόπο που συμπεριφέρθηκε στα θύματά του.
Παιδικά χρόνια
Ο Αντώνης Δαγκλής (1974 – 02.08.1997), γεννήθηκε στην Κοκκινιά (Νίκαια), μια ιστορική εργατική συνοικία του Πειραιά.
Μεγάλωσε με πολλές στερήσεις και με έντονα περιστατικά ενδοοικογενιακής βίας. Ο μέθυσος πατέρας του ασκούσε λεκτική, ψυχολογική αλλά και σωματική βία, τόσο στην μητέρα του Φωτεινή, όσο και στον ίδιο και τον αδελφό του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενισχύσει τον δεσμό μεταξύ μάνας και παιδιών, εναντίον του κακού πατέρα.
Το 1986, όταν ο Αντώνης ήταν μόλις 12 χρονών, ο πατέρας του πέθανε κι έτσι σταμάτησε η βία. Μαζί όμως με την παύση της βίας χάθηκε και το μοναδικό έσοδο που είχε η οικογένεια, με αποτέλεσμα να τους γίνει κατάσχεση από τα χρέη και να βρεθούν στον δρόμο.
Η οικογένεια άρχισε να ζει σε φτηνά ξενοδοχεία. Η μητέρα του ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός νοσοκόμας όπου όμως δεν κατόρθωσε να στεριώσει. Στη συνέχεια εργάστηκε ως καθαρίστρια σε ένα κακόφημο μπαρ. Ο μικρός Αντώνης αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να εργαστεί ως οδηγός φορτηγού σε αλατοβιομηχανία. (Άγνωστο το πως τα κατάφερε λόγω του νεαρού της ηλικίας του).
Εφηβικά χρόνια
Το 1989 συνελήφθη για καυγά με μια παρέα στο Ζάππειο. Παρότι ο Αντώνης Δαγκλής είχε «τραβήξει» μαχαίρι, τελικά αφέθηκε ελεύθερος.
Δεν στάθηκε όμως το ίδιο τυχερός λίγο αργότερα όταν στα 16 του συνελήφθη για αποπλάνηση ανήλικης. Καταδικάστηκε με ποινή 6 μηνών που την εξέτισε σε αναμορφωτήριο.
Το διάστημα που ο Αντώνης έκτιε την ποινή του, η μητέρα του έχασε την δουλειά της ως καθαρίστρια. Από το ίδιο μπαρ όμως της πρότειναν να εργαστεί ως κονσοματρίς (γυναίκα που επί πληρωμή κάνει συντροφιά σε άντρες στο μπαρ) αλλά και ως ιερόδουλη. Μην έχοντας άλλη επιλογή, η μητέρα του Αντώνη δέχτηκε. Δεν μπορούσε τότε να φανταστεί το πόσο αυτή της η επιλογή θα επηρέαζε, όχι μόνο τον γιο της Αντώνη, αλλά και τόσες άλλες οικογένειες…
Το σοκ
Όταν ο Αντώνης Δαγκλής αφέθηκε και πάλι ελεύθερος, έμαθε για τη δουλειά της μητέρας του από έναν «καλοθελητή» γείτονα. Ο γείτονας μάλιστα πήρε τον Αντώνη από το χέρι και τον οδήγησε στο συγκεκριμένο μαγαζί που εργαζόταν η μητέρα του.
«Να ρε πoια είναι η μάνα σου η πουτάνα!» του είπε και τον άφησε εκεί, να βλέπει με τα ίδια του τα μάτια την λατρεμένη του μητέρα, την ώρα της ερωτικής επαφής με έναν ξένο άντρα, έναν «πελάτη».
Ο Αντώνης το έβαλε στα πόδια και γύρισε στο ξενοδοχείο όπου έμεναν. Η εικόνα όμως που είχε δει, του είχε δημιουργήσει τόση αποστροφή που έμελε να δημιουργήσει τεράστια ζημιά στην ψυχοσύνθεσή του.
Η μητέρα του τον ακολούθησε στο ξενοδοχείο και προσπάθησε να τον ηρεμήσει:
«Γιατί μάνα μου έλεγες ψέματα;» την ρώτησε κλαμένος ο Αντώνης.
«Δεν σου είπα ψέματα, αγόρι μου. Αλλά έπρεπε να την κάνω αυτή τη δουλειά, δεν γινόταν αλλιώς» του απάντησε εκείνη.
(Οι διάλογοι είναι από συνέντευξη της μητέρας του Αντώνη, στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»).
Από εκείνη τη στιγμή και μετά, γκρεμίστηκε η σχέση που είχε ο Αντώνης Δαγκλής με τη μητέρα του, αλλά και με όλες τις άλλες γυναίκες, κυρίως τις ιερόδουλες.
Το πρώτο θύμα
Στις 27 Οκτωβρίου του 1992, στο Βοτανικό, η αστυνομία βρήκε μια σακούλα με ένα κομμένο γυναικείο πόδι. Δύο μέρες αργότερα, βρέθηκε μια δεύτερη σακούλα με διάφορα κομμένα ανθρώπινα μέλη.
Οι νεκροτόμοι προσπάθησαν να συναρμολογήσουν τα διάφορα μέλη ώστε να ανακαλύψουν την ταυτότητα του θύματος. Παρατήρησαν ότι έλειπαν τα έντερα, η καρδιά, τα σπλάχνα, οι θηλές από τα στήθη, τα γεννητικά όργανα. Επιπλέον, το κεφάλι δεν βρέθηκε ποτέ κι έτσι δεν ταυτοποιήθηκε το πτώμα.
Σύμφωνα με την πολύ αργότερα ομολογία του, τον Οκτώβριο του 1992, ο τότε 18χρονος Αντώνης Δαγκλής, έκλεψε ένα αυτοκίνητο και πήγε σε μια «πιάτσα» ιερόδουλων στο Κολωνάκι. Εκεί επέλεξε την νεαρή κοπέλα που πιθανόν ήταν αλλοδαπή από κάποια χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. (Εκείνη την εποχή μεσουρανούσε στη χώρα μας το εμπόριο λευκής σαρκός και τα κυκλώματα πορνείας που έφερναν στη χώρα κοπέλες, κυρίως από Ρωσία, Ουκρανία και Βουλγαρία).
Ο Αντώνης Δαγκλής κατευθύνθηκε με το ανυποψίαστο θύμα του στην περιοχή του Καρέα αναζητώντας μια απομονωμένη περιοχή. Όταν η κοπέλα του ζήτησε προκαταβολικά της 8.000 δραχμές που είχαν συμφωνήσει, εκείνος αρνήθηκε. Τότε η κοπέλα τον έβρισε. Εκείνος εξαγριώθηκε και τη στραγγάλισε, χτυπώντας ταυτόχρονα ανελέητα το κεφάλι της στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου.
Στη συνέχεια έκρυψε το πτώμα ώστε να πάει ο ίδιος στο σπίτι του και να επιστρέψει ξανά στον τόπο του εγκλήματος με τα σύνεργα του: πριόνι, μαχαίρι, σακούλες απορριμάτων, γάντια, παλιά ρούχα.
Έκοψε το πτώμα της κοπέλας σε 30 περίπου κομμάτια και προσεκτικά τα τύλιξε με τα παλιά ρούχα πριν καταλήξουν σε ισάριθμες σακούλες. Ακολούθησε μια μικρή «βόλτα» στην Αθήνα όπου κατά διαστήματα πετούσε σε κάδους απορριμάτων και από μία σακούλα. Τη σακούλα με το κεφάλι την πέταξε στον Κηφισό ποταμό και δεν βρέθηκε ποτέ.
Η παύση της δράσης
Μετά την πρώτη του δολοφονία ο Αντώνης Δαγκλής υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία με αποτέλεσμα (απ’ ότι γνωρίζουμε μέχρι τώρα) να παραμείνει ανενεργός. Από τον στρατό απολύθηκε το Σεπτέμβριο του 1995.
Η Ελένη Παναγιωτοπούλου – Το δεύτερο θύμα
Τον Οκτώβριο του 1995, στην Εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας, κοντά στα διόδια της Τραγάνας, εντοπίστηκε το σώμα της 29χρονης Ελένης Παναγιωτοπούλου. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, η κοπέλα – η οποία εργαζόταν ως ιερόδουλη – είχε πεθάνει από στραγγαλισμό. Στη συνέχεια αφαιρέθηκαν τα σπλάχνα της, κόπηκαν οι θηλές από τα στήθια της και το υπόλοιπο σώμα διαμελίστηκε με τη χρήση πριονιού.
Ως ημέρα θανάτου υπολογίστηκε η 28η Οκτωβρίου, 3 χρόνια ακριβώς μετά το προηγούμενο έγκλημα.
Η άγρια αυτή δολοφονία θύμισε στην αστυνομία τα εγκλήματα του Τζακ του Αντεροβγάλτη (βλπ. προηγούμενο άρθρο “Ανεξιχνίαστα Εγκλήματα: Τζακ ο Αντεροβγάλτης”) Έτσι οι Αρχές έδωσαν στον άγνωστο δράστη το όνομα «Ο Έλληνας Αντεροβγάλτης», καθώς και «ο δολοφόνος με το πριόνι».
Σύμφωνα με την μετέπειτα ομολογία του, ο Αντώνης Δαγκλής επέλεξε το θύμα του από μια πιάτσα στο Κολωνάκι και την πήγε σε ένα απόμερο σημείο στην οδό Τρικούπη, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Την στραγγάλισε μετά την ολοκλήρωση της ερωτικής πράξης.
«Με έπιασε κάτι περίεργο. Θόλωσα και δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου. Ένιωσα σα να ενεργούσε κάποιος άλλος, όχι εγώ. Έπιασα με τα χέρια μου τον λαιμό της κι άρχισα να τη σφίγγω. Όταν άφησα τα χέρια μου, η κοπέλα έμεινε ακίνητη.»
Στη συνέχεια, μετέφερε το θύμα σε μια έρημη περιοχή κοντά στο Σχηματάρι Βοιωτίας όπου και το τεμάχισε.
Η Αθηνά Λαζάρου – Το τρίτο θύμα
Δύο μήνες αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου του 1995, ανήμερα των Χριστουγέννων, σε ένα στενό του Βοτανικού, εντοπίστηκε το δεύτερο πτώμα. Το θύμα ήταν η 26χρονη Αθηνά Λαζάρου, επίσης ιερόδουλη.
Αν και το πτώμα της άτυχης κοπέλας δεν είχε κακοποιηθεί όπως του προηγούμενου θύματος, επειδή και σε αυτή την περίπτωση ο θάνατος προήρθε από στραγγαλισμό και κυρίως επειδή και η συγκεκριμένη κοπέλα ήταν ιερόδουλη, οι Αρχές θεώρησαν ότι επρόκειτω για τον ίδιο δράστη.
Κατά την ομολογία του ο Αντώνης Δαγκλής δήλωσε για αυτό το θύμα:
«Την συνάντησα σε μια πιάτσα στον Κηφισό. Συμφωνήσαμε στην τιμή των 5.000 δραχμών και πήγαμε στην οδό Ορφέως στο Βοτανικό. Μου έκανε στοματικό έρωτα αλλά με ειρωνεύτηκε για τα μικρά μου προσόντα. Τότε θόλωσα».
Οι έρευνες
Από τις ανακρίσεις η αστυνομία συγκέντρωσε τα στοιχεία ότι ο δράστης είχε αποπειραθεί να στραγγαλίσει τουλάχιστον άλλες 6 ιερόδουλες. Σε όλες τις περιπτώσεις ο δράστης κατέληγε να τους παίρνει τα χρήματα που είχαν πάνω τους, δηλαδή τις εισπράξεις της ημέρας.
Παρότι ήδη στις πιάτσες των ιερόδουλων επικρατούσε ο τρόμος, όπως ήταν φυσικό – λόγω της ιδιαιτερότητας του επαγγέλματος – δεν υπήρχε μέχρι τότε καμία επίσημη καταγγελία στην αστυνομία.
Μια άλλη διαπίστωση που έκανε η αστυνομία ήταν ότι ο άντρας που αναζητούσε οδηγούσε ένα λευκό βαν Volkswagen type 2.
Η κατάθεση της Ann Hamson
Ένα από τα υποψήφια θύματα ήταν και η Βρετανή Ann Hamson. Η νεαρή κοπέλα είχε έρθει στην Ελλάδα για διακοπές. Σύμφωνα με την κατάθεση της αποφάσησε να εργαστεί για μικρό διάστημα ως ιερόδουλη με σκοπό να μαζέψει χρήματα για να πληρώσει το εισητήριο της και να επιστρέψει στην Αγγλία.
«Με πήρε από την Σόλωνος και με το φορτηγάκι με οδήγησε σε ένα ερημικό μέρος, κοντά στο Μοναστηράκι. Έσφιξε γύρω από το λαιμό μου ένα σκοινί και με ανάγκασε να του κάνω στοματικό έρωτα. Εκείνη την ώρα μου είπε πως “όλες οι πουτάνες πρέπει να πεθάνουν”. Του εξήγησα πως εγώ δεν ήμουν μία κοινή γυναίκα και πως ήμουν αναγκασμένη να κάνω αυτή τη δουλειά γιατί ήθελα να μαζέψω χρήματα για το εισιτήριο της επιστροφής στην πατρίδα μου. Τότε εκείνος μου είπε: “Καλά, φύγε. Αλλά να προσέχεις”. Και με το ίδιο φορτηγάκι με γύρισε στη Σόλωνος».
Η σύλληψη
Από τις φωτογραφίες των σεσημασμένων που έδειξε η αστυνομία στα υποψήφια θύματα, αναγνώρισαν τον Αντώνη Δαγκλή.
Ο δράστης ζούσε τότε σε ένα ισόγειο διαμέρισμα στη Νίκαια, μαζί με τη μητέρα του.
Στις 21 Ιανουαρίου του 1996, η αστυνομία ξεκίνησε να παρακολουθεί διακριτικά τον Αντώνη Δαγκλή, περιμένοντας να κάνει το λάθος και να τον πιάσουν επ’ αυτοφόρω. Τελικά, μην θέλοντας να ρισκάρουν περισσότερο, στις 24 Ιανουαρίου 1996, την ώρα που βγήκε από το διαμέρισμα του και κατευθύνθηκε προς το βανάκι του, ο Αντώνης Δαγκλής συνελήφθη.
Στο φορτηγάκι του βρέθηκε ένα στρώμα από αφρολέξ, που χρησιμοποιούσε για τις συνευρέσεις του με τα θύματά του. Ακόμη ένα κουτί με τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε και τέλος ένας σταυρός που, όπως αποδείχθηκε αργότερα, άνηκε στο δεύτερο του θύμα, την Ελένη Παναγιωτοπούλου.
Τα στοιχεία συμπλήρωσε η άμεση ομολογία του.
Κατά την παραμονή του στη φυλακή λίγο πριν την δίκη, ο Αντώνης Δαγκλής αυτοτραυματίστηκε στο αριστερό του πόδι. Χρειάστηκαν 122 ράμματα και μια σύντομη παραμονή στο νοσοκομείο μέχρι να είναι σε θέση να ξεκινήσει η δίκη του.
Η ψυχιατρική εξέταση
Σε τέτοιες περιπτώσεις εγκλημάτων το δικαστήριο ορίζει πάντοτε την ψυχιατρική εξέταση του δράστη, πριν προχωρήσουν στην κανονική δίκη.
Στην περίπτωση του Δαγκλή, οι ψυχίατροι Χρήστος Βούρδας και Νίκος Παπαναστασίου έκριναν ότι πέραν από τη σεξουαλική διαστροφή του, δεν έπασχε από κάποια άλλη ψυχική νόσο.
Μαζί τους συμφώνησε κι ο ψυχίατρος του Ψυχιατρείου των Φυλακών Κορυδαλλού, που τον παρακολουθούσε όλο αυτό το διάστημα που ήταν προφυλακιστέος. Συγκεκριμένα θεώρησε ότι ο Αντώνης Δαγκλής έπασχε μόνο από «δυσθυμική διαταραχή της προσωπικότητάς του».
Κατόπιν αυτού, δεν δόθηκε κανένα ελαφρυντικό στον Δαγκλή.
Η δίκη
Στις 15 Ιανουαρίου του 1997, ξεκίνησε η δίκη του Αντώνη Δαγκλή, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών.
Την δίκη παρακολουθούσε και η μητέρα του, Φωτεινή Δαγκλή, η οποία δυσκολευόταν να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε συμβεί. Υπέστη μάλιστα και ένα μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να μεταφερθεί στο νοσοκομείο.
Κατά την παρουσία της στο δικαστήριο προσπαθούσε να απολογηθεί στους δημοσιογράφους για τις ευθύνες που εκείνοι της έριχναν για τη δράση του γιου της.
Ο ίδιος ο Αντώνης Δαγκλής της είπε δημόσια ότι την συγχωρεί για ότι εκείνη έχει κάνει.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, ο Αντώνης Δαγκλής παρέμενε ανέκφραστος και παρακολουθούσε τη δίκη σαν κοινός θεατής.
Αρχικά επιχείρησε να αναιρέσει τις ομολογίες του, δηλώνοντας ότι δεν θυμάται να έχει κάνει τα εγκλήματα που τον κατηγορούσαν και ότι όταν ομολόγησε βρισκόταν κάτω από την επήρεια ψυχοφαρμάκων που του έδωσαν οι ανακριτές του.
Η απολογία του
Κατά την απολογία του, δήλωσε:
«Το έχω μετανοιώσει και ζητώ επιείκεια…»
«Δεν μπορώ να σας περιγράψω πως νιώθω που με βαρύνουν αυτές οι κατηγορίες.»
«Ποτέ δεν πήγαινα μαζί τους για να τις σκοτώσω. Πάντα πήγαινα για μια σεξουαλική επαφή. Δεν θυμάμαι πως έφτανα μέχρι εκεί. Ξαφνικά άλλες φωνές έρχονταν στο μυαλό μου. Άκουγα φωνές οι οποίες με διέταζαν να σκοτώνω. Εκείνες τις στιγμές ήμουν εκτός εαυτού…»
«Έβλεπα τη μητέρα μου στο πρόσωπό των ιερόδουλων. Κάθε φορά νόμιζα πως σκότωνα εκείνη…»
«Τα πτώματα τα τεμάχιζα από μίσος. Μισούσα όλες τις ιερόδουλες και συνεχίζω να τις μισώ. Δεν ξέρω γιατί…».
«Μια φορά σκέφτηκα να πνίξω τη μνηστή μου, αλλά συγκράτησα τον εαυτό μου…»
«Μετά το κάθε έγκλημα, στην αρχή είχα κάποιο φόβο, αλλά τελικά ηρεμούσα και συνέχιζα τη μέρα μου σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Όταν τύχαινε να ακούσω στην τηλεόραση κάτι για τα πτώματα που βρέθηκαν, το άκουγα σαν μια είδηση που δεν με αφορούσε».
Η καταδίκη
Στις 23 Ιανουαρίου του 1997, ο Αντώνης Δαγκλής καταδικάστηκε για 3 δολοφονίες, 6 απόπειρες ανθρωποκτονίας, 10 ληστείες, παράνομη οπλοφορία και προσβολή μνήμης τεθνεώτος.
Η ποινή που του ορίστηκε ήταν 13 φορές ισόβια και πρόσκαιρη κάθειρξη 25 ετών, η μεγαλύτερη δηλαδή ποινή που είχε επιβληθεί από ελληνικό δικαστήριο μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής.
«Δεν με κρίνατε δίκαια», ήταν τα τελευταία λόγια του Αντώνη Δαγκλή, πριν οδηγηθεί στις φυλακές Κορυδαλλού.
Το τέλος του Αντώνη Δαγκλή
Λίγους μήνες αργότερα, στις 2 Αυγούστου του 1997, ο Αντώνης Δαγκλής βρέθηκε απαγχωνισμένος στο κελί του, κρεμασμένος με ένα σεντόνι από τα κάγκελα του κελιού. Ήταν στο κελί 33 του Ψυχιατρικού Καταστήματος των Δικαστικών Φυλακών Κορυδαλλού.
(Το γνωστό τραγούδι: «Στο κελί 33» του Γιώργου Μάμου που τραγούδησε ο Γιώργος Μαργαρίτης, είχε προηγηθεί κατά 10 χρόνια).
Ήταν μόλις 23 ετών. Δίπλα του, στην ίδια κατάσταση κρεμόταν κι ο 28χρονος συγκρατούμενός του, Γιώργος Μακρίδης.
Κατά την άποψη των φυλάκων, οι δύο συγκρατούμενοι σχεδίασαν και εκτέλεσαν μαζί την από κοινού αυτοκτονία, βοηθώντας ο ένας τον άλλον.
Εγκληματολογική ανάλυση του προφίλ του Δαγκλή
Ο Αντώνης Δαγκλής ήταν κατά συρροή δολοφόνους που επέλεγε τα θύματά του από μια συγκεκριμένη κατηγορία, αυτή των ιερόδουλων. Αυτό δείχνει ότι ο ίδιος ένωθε στιγματισμένος και ταπεινωμένος, αρχικά από την ιερόδουλη μητέρα του και, βαθύτερα, από την καπιταλιστική κοινωνία που του αρνήθηκε τις ευκαιρίες για μια καλύτερη ζωή.
Η άγρια βία που ασκούσε επάνω στα θύματα του και στη συνέχεια ο κατακρεουργισμός, δείχνουν ένα μεγάλο μίσος και έναν τρόπο «εκδίκησης» σε αυτή την άδικη κοινωνία.
Η μεθοδευμένη δράση του, η αντιφατική ζωή του (το πρωί απλός, εργαζόμενος πολίτης και το βράδυ κτηνώδης δολοφόνος) και το ότι κατόρθωσε για κάποια χρόνια να μην γίνει αντιληπτός, δείχνουν άνθρωπο με ευφυϊα μεγαλύτερη από τον μέσο όρο.
Η συμπεριφορά του και τα λόγια του κατά τη δίκη του, δείχνουν ότι αδιαφορούσε για τις συνέπειες των πράξεών του. Μπορούμε δηλαδή να μιλήσουμε για απουσία συνείδησης.
Τα στοιχεία που θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί υπόψιν ως ελαφρυντικά στον καθορισμό της ποινής του ήταν:
# 1. Τα τραυματικά παιδικά χρόνια.
Η βία που ασκούσε ο πατέρας του στην οικογένεια του και τον ίδιο. Μέσα από ένα βίαιο οικογενειακό περιβάλλον καλλιεργήθηκε κι ο δικός του βίαιος χαρακτήρας.
# 2. Η κοινωνική ανισότητα κατά τα παιδικά του χρόνια.
Ο Αντώνης Δαγκλής ζούσε σε μια φτωχή οικογένεια, σε μια φτωχική συνοικία. Ακόμη και μετά τον θάνατο του πατέρα του, το κράτος δεν στήριξε αυτή την οικογένεια ώστε να μπορέσουν τα παιδιά να ζήσουν αξιοπρεπώς, να μορφωθούν και να μην περιθωριοποιηθούν.
# 3. Η έλλειψη μόρφωσης.
Ο Αντώνης Δαγκλής αναγκάζεται να παρατήσει το σχολείο για να βγει να δουλέψει.
# 4. Η έλλειψη ηθικών κανόνων από την οικογένεια του.
Η συμπεριφορά του πατέρα του και το γεγονός ότι η μητέρα του κατέληξε ιερόδουλη, δείχνει ότι στην οικογένεια του Δαγκλή δεν ίσχυαν οι ηθικοί κανόνες που ισχύουν στις περισσότερες άλλες οικογένειες.
# 5. Ο ρόλος του σωφρονιστικού συστήματος.
Ο εγκλεισμός του στο αναμορφωτήριο στην ηλικία των 16 ετών, αντί να έχει σωφρονιστικά αποτελέσματα και να τον απομακρύνει από την ροπή που είχε για παραβατικές συμπεριφορές, τον παρακίνησε να γίνει εγκληματίας.
Εάν το δικαστήριο λάμβανε σοβαρά τις παραπάνω παραμέτρους, θα τον είχε κρίνει πιθανόν με κάποια επιείκεια και παράλληλα θα του είχε ορίσει ψυχολογική υποστήριξη κατά την παραμονή του στη φυλακή. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική νομοθεσία ορίζει ότι η φυλάκιση ενός ατόμου πρέπει να έχει ρόλο επανορθωτικό και όχι απλώς τον ρόλο της τιμωρίας.
Ίσως τελικά να κρύβεται κάποια αλήθεια στα λόγια του Δαγκλή: «Δεν με κρίνατε δίκαια».
Επίλογος
Δεν γνωρίζω κατά πόσο εύκολα μπορούμε να ερμηνεύσουμε – και ακόμη πιο δύσκολα, να δικαιολογήσουμε – τις πράξεις του Αντώνη Δαγκλή. Άλλωστε τα στοιχεία που έχουμε είναι τόσο λίγα που περιορίζονται σε δημοσιογραφικές πληροφορίες και πηγές.
Ας θυμηθούμε όμως τον αρχαίο Έλληνα ιστορικό, Θουκιδίδη που έγραψε τον 4ο αιώνα π.Χ. για τον πόλεμο και την ανθρώπινη φύση:
«Η ανθρώπινη φύση, πάντα έτοιμη να πληγώσει ακόμα κι όταν υπάρχει ο νόμος, έδειξε υπερήφανα με τον δικό της τρόπο ανίκανη να ελέγξει το πάθος, ανυπόστατη στη δικαιοσύνη, και εχθρός απέναντι σε οτιδήποτε φαίνεται ανώτερό της».
Και φυσικά, ας λάβουμε για μια ακόμη φορά υπόψη μας τον σοφό λαό που λέει:
«Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα»…
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ
Ενδιαφέρων. Θα ήθελα να διαβάσω περισσότερες από τις σελίδες σας, αυτή τη βρήκα τυχαία ..