Ένα από τα πιο σοκαριστικά οικογενειακά εγκλήματα στην Ελλάδα

Το 1991 ήταν στη χώρα μας (και όχι μόνο) μια περίοδο οξείας πολιτικής αντιπαράθεσης.

Στις 8 Ιανουαρίου, κατά τη διάρκεια μαθητικών κινητοποιήσεων δολοφονείται στην Πάτρα ο ενταγμένος στην αριστερά καθηγητής μαθηματικών Νίκος Τεμπονέρας.
Την 1η Ιουλίου διαλύθηκε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, η αμυντική συμμαχία του πρώην Ανατολικού Μπλοκ.
Στις 15 Σεπτεμβρίου είχαμε τη διάσπαση του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, και την αποχώρηση της ανανεωτικής πτέρυγας υπό τους Μαρία Δαμανάκη, Μίμη Ανδρουλάκη και Παναγιώτη Λαφαζάνη, με αποτέλεσμα ο «Συνασπισμός» να μετεξελιχθεί σε ενιαίο κόμμα. (Ο «Συνασπισμός» ήταν ο προάγγελος του «ΣΥΡΙΖΑ»).

Ένα όμως γεγονός μη πολιτικό (?) επισκίασε ξαφνικά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων: Η στυγερή και ανεξήγητη δολοφονία μιας ολόκληρης οικογένειας, της οικογένειας Χρυσαφίδη.

Ποιος ήταν ο Μιχάλης Χρυσαφίδης

Ο 48χρονος Μιχάλης Χρυσαφίδης (1943-1991)  ήταν βιομήχανος, ιδιοκτήτης της εταιρείας Χρυσαφίδης Α.Ε. μιας εισαγωγικής και εμπορικής εταιρείας βιομηχανικών και υδραυλικών ειδών, που ιδρύθηκε το 1882 και δραστηριοποιείται στις Βαλκανικές χώρες και στην Αφρική. Ταυτόχρονα είχε 6 ακόμη εταιρείες με συνολικό ετήσιο τζίρο περισσότερο από 600 εκατομμύρια δραχμές.

Ζούσε με την οικογένεια του στη βίλα του στην Εκάλη, στην οδό Θησέως 10.
Ήταν παντρεμένος με την 43χρονη βρετανικής καταγωγής Ελίζαμπεθ (Λιζ) και είχαν δύο παιδιά, τον 16χρονο Μιχάλη και τον 18χρονο Γιώργο.

Το χρονικό

17 Ιουνίου 1991 – ο τελευταίος μάρτυρας

Το βράδυ της 17ης Ιουνίου 1991, η οικογένεια Χρυσαφίδη είχε καλεσμένη τη φίλη της Λιζ, Αγγελική Παπαλεξανδράτου. Οι δυο φίλες συζητούσαν για το πάρτι που οργάνωναν για την κόρη της Παπαλεξανδράτου.
Στο σπίτι βρισκόντουσαν όλα τα μέλη της οικογένειας και αποχαιρέτησαν την καλεσμένη τους λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

Κανείς δεν γνώριζε ότι η Αγγελική Παπαλεξανδράτου ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που είδε την οικογένεια ζωντανή (εκτός φυσικά από τους δολοφόνους!)

υπόθεση-Χρυσαφίδη-σπίτι

18 Ιουνίου 1991  – η απορία στο οικογενειακό περιβάλλον 

Ο Μιχάλης Χρυσαφίδης δεν εμφανίζεται το πρωί στο εργοστάσιο. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ συνεπής στις επαγγελματικές του υποχρεώσεις και ποτέ δεν είχε λείψει από τη δουλειά του χωρίς να έχει ενημερώσει πρώτα τους συνεργάτες του. Έτσι απορημένοι τον αναζητούν. Τηλεφωνούν στο σπίτι.

Το τηλέφωνο σήκωσε ο οικιακός βοηθός – μπάτλερ του σπιτιού, ο 28χρονος Ταϊλανδός Πρασέρτ Σερτουασάνα (γνωστός και ως Τάι)  και τους ενημέρωσε ότι η οικογένεια Χρυσαφίδη έφυγε για 10 ημέρες διακοπές στο εξωτερικό και θα επιστρέψουν στις 28 Ιουνίου.

Ο Κυριάκος Κοίλιαρης ήταν ο κηπουρός που περιποιούνταν τον κήπο του Χρυσαφίδη. Όταν χτύπησε την πόρτα για να μπει στο κτήμα να κάνει τη δουλειά του, ο Τάι τον έδιωξε λέγοντάς του επίσης ότι τα αφεντικά έλειπαν σε διακοπές.

Η ίδια απάντηση επαναλήφθηκε στους συνεργάτες, το οικογενειακό και το φιλικό περιβάλλον της οικογένειας Χρυσαφίδη, αφήνοντας σε όλους την απορία πώς είναι δυνατόν να έχει προγραμματιστεί ένα τέτοιο ταξίδι χωρίς να έχει ενημερωθεί κανείς.

Ποιος όμως ήταν ο μπάτλερ του σπιτιού

Ο Πρασέρτ Σερτουσουάνα γεννήθηκε το 1963 στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, την Bangkok. Στα εφηβικά του χρόνια ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τη μητέρα του Κάνυα και την θεία του και αδελφή της μητέρας του, Μαλιράτ. Η Κάνυα έπιασε δουλειά στο σπίτι του Αιγύπτιου πρέσβη.

Το 1989 ο Τάι προσελήφθη από την οικογένεια Χρυσαφίδη ως μπάτλερ. Ζούσε εσώκλειστος και ήταν πολύ αγαπητός στην οικογένεια. Όλοι όσοι τον γνώριζαν, τον περιέγραφαν ως έναν νέο χαρούμενο, πάντοτε ευγενικό και χαμογελαστό.

Τον Απρίλιο του 1991, δύο μήνες πριν το γεγονός, παντρεύτηκε την αγαπημένη του Ουαζίτα. Η Ουαζίτα, επίσης Ταϊλανδή, εργαζόταν στο σπίτι της οικογένειας Πουλιάση, στη Βάρη.

υπόθεση-Χρυσαφίδη-άγνωστος

19 Ιουνίου 1991 – προετοιμασία για τη φυγή

Νωρίς το πρωί, η Ουαζίτα (σύζυγος του Τάι) επισκέφθηκε την Κάνυα (μητέρα του Τάι) στη δουλειά της και της είπε ταραγμένη ότι ο πατέρας της ήταν σοβαρά άρρωστος κι έπρεπε να τον επισκεφθεί στην Ταϊλάνδη.
Οι δυο γυναίκες πήγαν μαζί σε ένα τουριστικό γραφείο κι έκλεισαν δύο εισιτήρια: ένα στο όνομα της Ουαζίτας κι ένα στο όνομα του Τάι.

Αργότερα όμως, οι δύο γυναίκες επισκέφθηκαν και την Μαλιράτ (θεία του Τάι) και της είπαν ότι κι ο δικός τους πατέρας ήταν άρρωστος κι έπρεπε οι δύο αδελφές να φύγουν να πάνε να τον δουν. Η Μαλιράτ όμως τηλεφώνησε στους δικούς της στην Ταϊλάνδη κι έμαθε ότι δεν συνέτρεχε λόγος ασθένειας. Έτσι αρχικά αρνήθηκε να κάνει αυτό το ταξίδι.

20 Ιουνίου 1991 – τα τελευταία εισιτήρια

Χωρίς να γνωρίζουμε τι μεσολάβησε, τελικά, στις 20 Ιουνίου, με χρήματα που πήρε ως προκαταβολή από τη δουλειά της, η Κάνυα έκλεισε δύο ακόμη εισιτήρια για την Ταϊλάνδη: ένα για την ίδια κι ένα για την αδελφή της Μαλιράτ.

21 Ιουνίου 1991 – η φυγή

Ο Τάι, η σύζυγός του, η μητέρα του και η θεία του, επιβιβάστηκαν στην πτήση για Ταϊλάνδη στις 17:40.
Πριν φύγει ο Τάι από τη βίλα Χρυσαφίδη, έβαλε ένα χαρτί στην πόρτα που έγραφε ότι η οικογένεια Χρυσαφή λείπει για διακοπές και θα επιστρέψει στις 28 Ιουνίου.

«Την Παρασκευή (21 Ιουνίου) το πρωί ξύπνησα και δεν τη βρήκα στο σπίτι. Τη Δευτέρα, αφού δεν είχε επιστρέψει ακόμα, κοίταξα στο δωμάτιό της. Είχε αφήσει όλα τα χειμωνιάτικα ρούχα της, αλλά είχε πάρει τα προσωπικά της αντικείμενα, το άλμπουμ με τις φωτογραφίες, αλλά και τα καλοκαιρινά της ρούχα» κατέθεσε αργότερα η Μαρία Πουλιάση, στης οποίας το σπίτι εργαζόταν η Ουαζίτα.

24 Ιουνίου 1991 – Η αποκάλυψη του εγκλήματος

Το βράδυ της 24ης Ιουνίου, έξω από την πόρτα της βίλας Χρυσαφίδη, συναντήθηκαν:
Ο ανιψιός του Χρυσαφίδη, Αλέξανδρος Μακρίδης, ο φίλος και γείτονας της οικογένειας, Βασίλης Σαλαπάτας, και ο συνεργάτης του Χρυσαφίδη και διευθυντής πωλήσεων του εργοστασίου, Αντώνης Γεωργιάδης.
Οι τρεις άντρες ήταν πλέον βέβαιοι ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και είχαν φωνάξει κλειδαρά για να παραβιάσει την πόρτα του σπιτιού.

Μόλις μπήκαν μέσα, βρέθηκαν μπροστά σε ένα θέαμα που όσο ψυλλιασμένοι κι αν ήταν, δεν μπορούσαν να διανοηθούν.

υπόθεση-Χρυσαφίδη- το σπίτι

Τόπος του εγκλήματος – τα πτώματα

Σε ένα δωμάτιο βρέθηκε ο 16χρονος Μιχάλης. Ήταν σκεπασμένος με μία κουβέρτα. Τον είχαν φιμώσει με ένα πουκάμισο. Τα χέρια και τα πόδια του ήταν δεμένα με σχοινί. Είχε ξυλοκοπηθεί άγρια. Του είχαν σπάσει το στέρνο και τον είχαν αποτελειώσει συνθλίβοντάς του το κρανίο με μια βαριοπούλα.

Σε διπλανό δωμάτιο βρέθηκε ο 18χρονος Γιώργος. Και τα δικά του χέρια και πόδια ήταν δεμένα, είχε ξυλοκοπηθεί και είχε σκεπαστεί με μία κουβέρτα και πετσέτες.

Δίπλα του ήταν το πτώμα του 48χρονου πατέρα, Μιχάλη Χρυσαφίδη. Ξυλοκοπημένος αλλά όχι δεμένος, κι αυτός σκεπασμένος με κουβέρτες και πετσέτες.

Σε άλλο δωμάτιο βρέθηκε νεκρή η 43χρονη Λιζ. Φορούσε ένα φόρεμα αλλά όχι εσώρουχο, κάτι που οδήγησε αργότερα τις αρχές στο συμπέρασμα ότι είχε βιαστεί.

Και τα 4 μέλη της οικογένειας είχαν βασανιστεί πριν δολοφονηθούν. Σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα, τα δυο αδέλφια δολοφονήθηκαν στις 20 Ιουνίου, ενώ ο πατέρας στις 21 Ιουνίου. Η μητέρα, αφού πρώτα είδε τα παιδιά της και το σύζυγό της να δολοφονούνται, δολοφονήθηκε στις 23 Ιουνίου.

Τόπος του εγκλήματος – λοιπά στοιχεία

Τα όπλα του εγκλήματος βρέθηκαν στο υπόγειο, στο λεβητοστάσιο, κάτω από έναν νεροχύτη. Ήταν μια βαριοπούλα, ένα σκεπάρνι κι ένα τσεκούρι. Και τα τρία εργαλεία είχαν πάνω τους το αίμα των θυμάτων.

Στο χρηματοκιβώτιο υπήρχαν κοσμήματα, πολύτιμα χρυσαφικά, ομόλογα και άλλα έγγραφα. Δεν υπήρχαν όμως χρήματα.
Τι άλλο μπορεί να έλειπε από το σπίτι, δεν ήταν εφικτό κανένας να γνωρίζει μιας και είχε ξεκληριστεί ολόκληρη η οικογένεια Χρυσαφίδη.

υπόθεση-Χρυσαφίδη-ο-χάρος

Ο βασικός ύποπτος: ο  μπάτλερ

Όπως ήταν φυσικό, λόγω της ξαφνικής φυγής του, οι υποψίες έπεσαν αμέσως πάνω στον μπάτλερ της οικογένειας, τον Τάι (Πρασέρτ Σερτουασάνα).

Παρόλα αυτά, αυτό που μπέρδεψε τις αρχές ήταν ότι η δολοφονία της Λιζ έγινε στις 23 Ιουνίου, δύο ημέρες δηλαδή μετά τη φυγή του Τάι από τη χώρα.
Αλλά και για τον ίδιο τον Χρυσαφίδη που σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Φίλιππο Κουτσάφτη, δολοφονήθηκε στις 21 Ιουνίου, δεν είναι βέβαιο αν ο θάνατος επήλθε πριν ή μετά την αναχώρηση του Τάι.

Η Μαρία Πουλιάση (στο σπίτι της δούλευε η Ουζίτα) δήλωσε:
«Ο Τάι ήταν ένα γλυκύτατο και ευγενέστατο παιδί. Γνώρισε την Ουαζίτα πριν από ένα χρόνο και παντρεύτηκαν πριν από δύο μήνες. Αγαπιόνταν πάρα πολύ. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι αυτά τα παιδιά έχουν σχέση με τις δολοφονίες. Αν έχουν σχέση, σίγουρα κάποιος τα έβαλε, κάποιος τα ανάγκασε να το κάνουν».

υπόθεση-Χρυσαφίδη-ο-μπάτλερ

Οι Ταϊλανδικές Αρχές

Οι Ελληνικές αρχές ζήτησαν αμέσως τη συνεργασία των Ταϊλανδικών αρχών για την προσαγωγή του Τάι πίσω στην Ελλάδα για ανάκριση.
Οι Ταϊλανδική αστυνομία εντόπισε τον Τάι αλλά δεν τον συνέλαβε και  δεν τον παρέδωσε ποτέ καθώς οι Αρχές της Ταϊλάνδης επικαλέστηκαν ότι δεν υπήρχε δικαστική συνδρομή με την Ελλάδα ώστε να ερευνήσουν την υπόθεση.
Ωστόσο, το 1993 και το 1995, επισκέφθηκαν την Ελλάδα Ταϊλανδοί αξιωματικοί της αστυνομίας, συζήτησαν την υπόθεση με την ελληνική αστυνομία, αλλά και πάλι επέστρεψαν στη χώρα τους χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα.

Το κίνητρο της μαζικής δολοφονίας και άλλα σενάρια 

Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν αποτελεί μια απλή δολοφονία με στόχο τη ληστεία. Το ξεκλήρισμα μιας οικογένειας, με σαδιστικό τρόπο και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, έκαναν την αστυνομία να υποπτεύεται ότι οι δολοφόνοι ήθελαν να αποσπάσουν κάποιο μυστικό από τον Χρυσαφίδη ή τη σύζυγό του.

Αυτή η άποψη ενισχύεται με το γεγονός ότι στο σπίτι παρέμειναν πολλά τιμαλφή – αν και αυτό το αντικρούει η θεωρία ότι οι δολοφόνοι μπορεί απλώς να απέφυγαν να κλέψουν αντικείμενα που στο μέλλον κινδύνευαν να αναγνωριστούν και να οδηγήσουν τις αρχές σε αυτούς.

Από αρκετούς εκφράστηκε η άποψη ότι ο Τάι δεν είχε άμεση σχέση με τις δολοφονίες, αλλά χρησιμοποιήθηκε απειλούμενος κι ο ίδιος από τους δράστες. Και ίσως τελικά τον άφησαν να ζήσει, με τον όρο να φύγει άμεσα από τη χώρα.
Άλλωστε, αφήνοντας τον Τάι ζωντανό, οι δράστες πρότειναν στην ουσία έναν ένοχο στην αστυνομία, πιθανόν αποπροσανατολίζοντάς τους.

Αυτή η άποψη στηρίχθηκε, αφενός στο ότι η δολοφονία της Λιζ Χρυσαφίδη έγινε δυο μέρες μετά τη φυγή του, αφετέρου ότι φεύγοντας ο Τάι άφησε πίσω του σημαντικά προσωπικά του έγγραφα καθώς και τα γυαλιά του.

Η διαθήκη του Χρυσαφίδη

Σε χειρόγραφο σημείωμα του Χρυσαφίδη που ανακάλυψε η αστυνομία, αναφέρεται ότι, στην περίπτωση που πέθαιναν όλα τα μέλη της οικογένειάς του, η περιουσία του θα πήγαινε στον ανιψιό του.

Ο Αλέξανδρος Μακρίδης (22.03.1962 – ) ανιψιός του  Χρυσαφίδη, από το 1991 μέχρι και σήμερα είναι πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου (ΔΣ) και Διευθύνων Σύμβουλος στην εταιρεία Χρυσαφίδης Α.Ε.
Είναι μέλος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, του ΔΣ της Aegean,  του ΔΣ της εταιρείας Μαθιός Α.Ε., του ΔΣ του Harvard Business School European Leadership Council, του ΔΣ του Πανεπιστημίου Yale και μέλος του Γενικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών.
Είναι πατέρας 3 παιδιών και ουδέποτε βρέθηκαν στοιχεία για να τον θεωρήσουν ύποπτο του γεγονότος.

υπόθεση-Χρυσαφίδη-ebay

Οι φωτογραφίες στο ebay

Τον Ιανουάριο του 2019 εμφανίστηκαν προς στο ιστότοπο του e-bay δύο φωτογραφίες, προς πώληση. Στην πρώτη απεικονίζεται ο Τάι μαζί με τη Ουαζίτα και στη δεύτερη ο Μιχάλης Χρυσαφίδης στο γιοτ του. Οι δυο αυτές φωτογραφίες έχουν κατά καιρούς δημοσιευθεί στον ελληνικό τύπο.

Οι φωτογραφίες πουλιούνταν από μια αγνώστων στοιχείων εταιρεία με την επωνυμία nordicpix, με έδρα στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας. Παρόλη τη χαμηλή τιμή (12 δολάρια) κανένας δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον να τις αγοράσει.

Τι απέγινε η βίλα που «έθαψε» την οικογένεια Χρυσαφίδη

Η «στοιχειωμένη βίλα», όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, αγοράστηκε από τον γνωστό δημοσιογράφο, παρουσιαστή και ιδιοκτήτη μέσων ενημέρωσης, Γιώργο Τράγκα (30.07.1949 – 14.12.2021). Ο Τράγκας ζούσε στη βίλα μαζί με την τρίτη και επί 22χρόνια σύζυγο του, Μαρία Καρρά. Τα τελευταία χρόνια βέβαια ο Γιώργος Τράγκας δεν επισκεπτόταν τόσο συχνά τη βίλα μιας και μοίραζε τις διαμονές του και στις άλλες πολυτελείς κατοικίες του στο Παρίσι, το Μαϊάμι, τη Νέα Υόρκη, το Λας Βέγκας και κυρίως το Μονακό.

Μετά τον θάνατο του δημοσιογράφου από κορωνοϊό στις 14 Δεκεμβρίου 2021, το συγκεκριμένο σπίτι δεν πέρασε στα χέρια της συζύγου του, όπως όλοι περίμεναν, αλλά στον πρωτότοκο γιο του, Γιάννη Τράγκα.

υπόθεση-Χρυσαφίδη-η-βίλα

Η υπόθεση Χρυσαφίδη στην ελληνική TV

Το 2000, το πρώτο επεισόδιο του πρώτου κύκλου της σειράς «Κόκκινος Κύκλος» είχε τον τίτλο «ο Επισκέπτης» και ήταν εμπνευσμένο από τα τραγικά γεγονότα της υπόθεσης Χρυσαφίδη.

«The butler did it» («ο μπάτλερ το έκανε»)

Το μεγαλύτερο κλισέ στις ιστορίες μυστηρίου, είναι η φράση: «Ο μπάτλερ το έκανε» . Η κλασική αυτή ατάκα – που ταιριάζει απόλυτα στη συγκεκριμένη περίπτωση – πρωτο-εμφανίστηκε  το 1893 στην ιστορία του Sir Arthur Conan Doyle, «The Musgrave Ritual», με ήρωα τον Sherlock Holmes. Σε αυτή την ιστορία όμως ο μπάτλερ είχε μεν ενοχοποιηθεί, αλλά στη συνέχεια κατέληξε κι ο ίδιος θύμα του δολοφόνου.
Λίγα χρόνια αργότερα, στο μυθιστόρημα του Herbert Jenkins «The Strange Case of Mr. Challoner», το 1921, πράγματι ο μπάτλερ ήταν ο ένοχος.
Το ίδιο και στην ιστορία της Mary Roberts Rinehart «The Door», το 1930, στην οποία αποδίδεται συνήθως η καθιέρωση της συγκεκριμένης φράσης. (Ωστόσο η φράση δεν εμφανίζεται ποτέ στο κείμενο).

Πάραυτα, το 1928 ο κριτικός και συγγραφέας S.S. Van Dine (ψευδώνυμο του Willard Huntington Wright, 1510.1888-1104.1939) όρισε τους «20 κανόνες για δολοφόνους και  συγγραφείς αστυνομικού έργου». Εκεί ρητά αναφερόταν μεταξύ άλλων ότι: «ο μπάτλερ ΔΕΝ πρέπει να επιλέγεται ως ένοχος. Είναι η εύκολη λύση

Έχουν περάσει περισσότερα από 30 χρόνια από το ξεκλήρισμα της οικογένειας Χρυσαφίδη και η υπόθεση  θεωρείται πλέον «cold case» (βλπ. άρθρο Ανεξιχνίαστα Εγκλήματα – Cold Cases) και έχει παραγραφεί.
Έτσι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να μάθουμε αν τελικά «ο μπάτλερ το έκανε» ή όχι.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ

Πηγές: ethnos.gr (03.06.2020), thetoc.gr (11.05.2021), reader.gr (24/06/2021), i-diakopes.gr (27.11.2021), europost.gr (25.12.2021), briefingnews.gr, el.mentovento.com, tvtropes.org, el.wikipedia.org